Με ιδιαίτερη λαμπρότητα γιορτάστηκε και φέτος στους Σοφάδες η εθνική επέτειος της 28ης Οκτωβρίου. Το πρωί της Τετάρτης, πραγματοποιήθηκε η επίσημη δοξολογία στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής, χοροστατούντος του του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ρεντίνης κ.κ. Σεραφείμ και παρουσία των τοπικών αρχών και εκπροσώπων των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ακολούθησε η εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας εντός του Ιερού Ναού από τον κ. Ευάγγελο Ντελή, εκπαιδευτικό του Γενικού Λυκείου Σοφάδων .

Εν συνεχεία εψάλη επιμνημόσυνη δέηση στο Μνημείο Ηρώων και πραγματοποιήθηκε κατάθεση στεφάνων από τον Δήμαρχο κ. Θάνο Σκάρλο, την Περ. Σύμβουλο κ. Γεωργία Κόκαλη, τα Σχολεία της πόλης των Σοφάδων, τις Στρατιωτικές Αρχές, και Συλλόγους της περιοχής.
Οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν με την καθιερωμένη παρέλαση στην οδό Κιερίου την οποία παρακολούθησε και ο ήρωας του Ελληνοϊταλικού πολέμου κ. Ευάγγελος Κόγιας.
Σε όλη τη διάρκεια της παρέλασης παιάνιζε η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Δήμου.

 

ΟΜΙΛΙΑ 28Ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Ομιλητής: Ντελής Βαγγέλης, Φιλόλογος Γενικού Λυκείου Σοφάδων – Συγγραφέας

Προσφωνήσεις: Σεβασμιότατε, Κύριε Δήμαρχε, Κύριοι εκπρόσωποι των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, Κύριοι Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, Κυρίες και Κύριοι.

Η περίοδος 1940-41 αποτελεί μια από τις πιο ένδοξες και συνάμα δραματικές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Ο Ελληνικός λαός άδραξε τα όπλα και χωρίς φόβο, χωρίς δισταγμό, γεμάτος περηφάνια και διαποτισμένος από το ιερό καθήκον υπεράσπισε το μεγαλύτερο αγαθό του, την Εθνική Ελευθερία του, την ανεξαρτησία της πατρίδας του από ξένους δυνάστες.
Σαν σήμερα πριν από 75 χρόνια άρχιζε ο αγώνας της Ελλάδας κατά της φασιστικής ένοπλης επίθεσης. Ήταν μία από τις κορυφαίες στιγμές στην Ιστορία του Ελληνισμού. Ο ξένος φασισμός χτύπησε τη χώρα μας, απείλησε με τα όπλα την εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία μας, πρόσβαλε την τιμή και την αξιοπρέπεια του Έθνους μας. Και η ψυχή του λαού σκίρτησε. Σύσσωμος σε μια πανελλήνια ενότητα και ομοψυχία ξεσηκώθηκε ο λαός κι άρχισε τον αγώνα. Τα στρατευμένα παιδιά του στο πεδίο της μάχης, οι άμαχοι – άνδρες και γυναίκες – στα μετόπισθεν.
Υπάρχουν στιγμές που δεν λησμονούνται, που δεν διαγράφονται από τη μνήμη των λαών. Στιγμές ιστορικές, αποφασιστικές, στιγμές που μιλάει η ψυχή και η λογική απλά αποδέχεται και συμπορεύεται. Όταν η Εθνική Συνείδηση δρα συλλογικά, όταν οι πολίτες ενός κράτους συνειδητοποιούν ότι στη δική τους αποφασιστικότητα κρέμεται το μέλλον το δικό τους μα και των παιδιών τους, όταν νιώσουν το ύψιστο χρέος να φανούν αντάξιοι συνεχιστές της ιστορίας τους, τότε ανατρέπονται οι ισορροπίες και τα προγνωστικά, γιατί στο ζύγι μπαίνει κάτι ανυπολόγιστο: η Αυτοθυσία!
Τις ημέρες εκείνες του 1940 τα δείγματα ότι ήταν θέμα χρόνου να εμπλακεί και η Ελλάδα στον πόλεμο που μαίνονταν στην Ευρώπη, ήταν έντονα.
Τον Αύγουστο, ανήμερα της γιορτής της Παναγίας, ο τορπιλισμός της Έλλης μέσα στο λιμάνι της Τήνου κατά την διάρκεια των εκδηλώσεων προς τιμήν της Μεγαλόχαρης έκανε βαριά την ατμόσφαιρα στις ψυχές των Ελλήνων.
Όσο προχωρούσε ανεμπόδιστα ο στρατός των Γερμανών και καταλάμβανε τη μια μετά την άλλη τις ισχυρές χώρες της Ευρώπης, τόσο ο Ιταλικός στρατός επεκτεινόταν στα Βαλκάνια, προκειμένου να δημιουργήσει το προγεφύρωμα προς την ανατολή και την Αφρική.
Όλοι στην Ελλάδα περίμεναν τον πόλεμο. Το μόνο που δεν ήξεραν ήταν το πότε. Περίμεναν με ανυπομονησία να προστατέψουν την εθνική μας ανεξαρτησία. Να φανούν αντάξιοι συνεχιστές των προγόνων μας, καθώς είχαν γαλουχηθεί με την ένδοξη ιστορία μας.
Μια Εθνική Συνείδηση χτισμένη πάνω στα κατορθώματα του Μιλτιάδη, του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, μα και του Κολοκοτρώνη, του Αθανάσιου Διάκου και τόσων επώνυμων και ανώνυμων ηρώων, είναι μια Εθνική Συνείδηση χαλκευμένη στα υψηλότερα ιδανικά.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αξίες όπως η Δημοκρατία, η Ελευθεροφροσύνη, η Παρρησία, η Ισονομία, η Ισότητα γεννήθηκαν σ’ αυτό το λίκνο του πολιτισμού.
Δεν είναι τυχαίο το ότι οι Έλληνες έρχονταν συχνά αντιμέτωποι με μεγάλους κινδύνους στη μακραίωνη ιστορία τους. Κι αν ακόμη δεν κέρδιζαν, ποτέ δεν χάνονταν. Ήταν αυτός ο πολυσύνθετος πολιτισμός τους, αυτό το ευρύτατο πεδίο σκέψης και διανόησης, αυτή η βαθιά παράδοση, τόσο βαθιά ριζωμένη που κατάφερναν να διώχνουν τους κατακτητές ή ακόμη και να τους εκπολιτίζουν, να τους αφομοιώνουν ή να κρατούν αναλλοίωτη την ελπίδα για τη Λευτεριά. Ώσπου μια μέρα ο ήλιος φώτιζε ξανά ελεύθερο το Έθνος μας.
Η γλώσσα μας, η θρησκεία μας, η ιστορία και οι παραδόσεις μας διαμορφώνουν μια πολύ καθαρή εθνική ταυτότητα. Οι Έλληνες πιστεύουν στη Δικαιοσύνη κι όταν νιώσουν ότι απειλούνται τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, ότι απειλείται η υπόσταση του κράτους τους, η εθνική τους συνέχεια, συνενώνονται μ’ ένα πρωτόγνωρο πάθος που συνθλίβει κάθε αντίσταση.
Το ανυπόταχτο φρόνημα των Ελλήνων βρέθηκε εκείνη τη στιγμή της ιστορίας αντιμέτωπο με τις δυνάμεις του Άξονα και δεν λύγισε στο μέτωπο. Όλοι μαζί, άντρες και γυναίκες, ξεχύθηκαν στους δρόμους εκείνο το πρωινό του Οκτώβρη. Δέχτηκαν την Ιταλική πρόταση παράδοσης μ’ ένα βροντερό ΟΧΙ, ΟΧΙ στη βία, ΟΧΙ στην τυραννία, ΟΧΙ στο φασισμό. Κι αυτή η ιαχή του ΟΧΙ κατακλύζει ολόκληρη την Ελλάδα μα και τις ψυχές όλων των Ελλήνων, γίνεται μια ιαχή που χαρακτηρίζει το αδούλωτο φρόνημα των πραγματικά Ελεύθερων Ανθρώπων.
Ο Περικλής στον Επιτάφιό του έχει πει το σοφό: «Αμαθία μεν θράσος, λογισμός δ’ όκνον φέρει», δηλαδή όποιος αγνοεί τον κίνδυνο γίνεται τολμηρός, ενώ όποιος τον γνωρίζει διστάζει. Και συνεχίζει λέγοντας ότι εκείνοι που, αν και γνωρίζουν καλά τους κινδύνους, ωστόσο δεν τους αποφεύγουν, αλλά τολμούν, κρίνονται οι πιο γενναίοι στην ψυχή. Έτσι κι ο Ελληνικός στρατός πάνω στα βουνά της Πίνδου και γνώριζε τον κίνδυνο και τόλμησε. Χωριά και πόλεις το ένα μετά το άλλο απελευθερώνονται. Η Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο, η Χιμάρα, η Πρεμετή, οι Άγιοι Σαράντα και τόσα άλλα μέρη γίνονται βωμοί θυσιών μα και πεδία θριάμβων. Το Μάρτιο του 1941 το 5ο Δυτικοθεσσαλικό Σύνταγμα, αποτελούμενο στην πλειονότητά του από στρατιώτες της Καρδίτσας, υπερασπίζεται την Κλεισούρα και αποκρούει τη σφοδρή εαρινή επίθεση του Ιταλικού στρατού, υπό την επιτήρηση του ίδιου του Μουσολίνι. Ήταν η μεγαλύτερη νίκη του Ελληνο-ιταλικού πολέμου που έκρινε και την έκβασή του.
Το αλβανικό έπος βρίσκεται πέρα από την ψυχρή λογική, ανήκει στην υψηλότερη σφαίρα της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης, της ανθρωπιάς. Αλλά ο αγώνας, η αντίσταση του λαού, η ίδια αντίσταση κατά του ίδιου αντιπάλου, του φασισμού και του ναζισμού, με την ίδια ενότητα, ομοψυχία και ανάταση ψυχής συνεχίσθηκε και μετά την κατάληψη της χώρας. Στην αρχή, από τις πρώτες κιόλας μέρες της κατοχής, αυθόρμητα και ανοργάνωτα. Κατόπιν οργανωμένα με τη δύναμη της Εθνικής Αντίστασης.
Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου δεν μπορεί παρά να συμβολίζει το σύνολο του αγώνα, αμυντικού στην αρχή, απελευθερωτικού ύστερα στην κατεχόμενη πια χώρα. Η γενιά του Αλβανικού Έπους και της Εθνικής Αντίστασης πέτυχε κάτι δύσκολο και σπάνιο, πέτυχε να υποτάξει το «Εγώ» μπροστά στο συμφέρον της ολότητας, να υποτάξει την πρόσκαιρη ευημερία στην ανάγκη οικοδόμησης ενός καλύτερου μέλλοντος με γερά ηθικά θεμέλια και με διάρκεια. Ένα μήνυμα που δεν πρέπει να το ξεχνάμε και σε καιρό ειρήνης.
Ήταν πολλοί, πάμπολλοι οι ανώνυμοι άνθρωποι του Ελληνικού Λαού που κράτησαν το βάρος του κατακτητή. Αυτοί είναι που κυρίως είπαν το ΟΧΙ στο φασισμό, σ’ αυτούς αξίζει προπάντων να στραφεί σήμερα η σκέψη και η ευγνωμοσύνη μας. Το παράδειγμά τους δεν πρέπει απλώς να φωτίζει το νου, αλλά κυρίως να θερμαίνει τις καρδιές μας, γιατί εκεί βρίσκεται το υψηλότερο ιδανικό της ανθρώπινης υπόστασης.
Η σημερινή επέτειος λοιπόν μας διδάσκει το ελεύθερο και περήφανο φρόνημα. Υποταγή ή άκαμπτη προσήλωση σε «προστάτες», ένοπλους και μη, εσωτερικούς ή εξωτερικούς, μικρούς ή μεγάλους, και εξάρτηση από τους «προστάτες» αυτούς δεν ταιριάζει σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έληξε με τη συντριβή του Γερμανικού και Ιταλικού ιμπεριαλισμού. Αλλά η συντριβή αυτή ήταν μόνο ένοπλη. Ιδεολογικά, όπως φάνηκε ήδη από την επαύριο του τέλους του πολέμου, ο ιμπεριαλισμός και ο φασισμός επέζησαν και στην εποχή μας εξακολουθούν να εμφανίζονται απειλητικά, άλλοτε ωμά, άλλοτε πιο ευπρόσωπα. Στους χαλεπούς καιρούς που βιώνουμε ο Ελληνισμός βάλλεται και πάλι μ’ έναν ιδιότυπο πόλεμο. Δεν γίνεται πια στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, αλλά στα σαλόνια των τεχνοκρατών. Οφείλουμε να δείξουμε το ίδιο σθένος και ν’ αντιμετωπίσουμε με περηφάνια τις προκλήσεις. Να πούμε πάλι ένα μεγάλο, ηχηρό ΟΧΙ στην υποδούλωσή μας σε ξένα συμφέροντα. Ένα μεγάλο, ηχηρό ΟΧΙ στην απώλεια της αξιοπρέπειας, να στραφούμε στις ρίζες μας, στις παραδόσεις μας, στη μακραίωνη και δοξασμένη ιστορία μας και να μην ξεχνάμε ποτέ πως στο δάσος των πολιτισμών ο Ελληνισμός είναι το ψηλότερο δέντρο, γιατί έχει τις βαθύτερες ρίζες!
Χρειάζεται να ενισχύσουμε την εθνική μας μνήμη, ν’ αντισταθούμε στην ισοπεδωτική παγκοσμιοποίηση, δυναμώνοντας τις ρίζες μας. Να κρατάμε ψηλά το εθνικό μας φρόνημα σ’ ένα συγκερασμό πολιτισμών. Να αισθανόμαστε συνεχιστές κι απόγονοι ανθρώπων που τίμησαν την ελευθερία τους και θυσιάστηκαν γι’ αυτή.
Τη μέρα τούτη που γιορτάζουμε το ΟΧΙ του ’40 μπορούμε να πούμε τούτος ο τόπος, τούτος ο λαός, τον πόλεμο τον έζησε και τον ξέρει – και δεν τον θέλει. Την ειρήνη τη γνωρίζει και τη θέλει. Την ειρήνη και την προκοπή. Την ειρήνη με την προκοπή. Αγωνιζόμαστε γι’ αυτή, κάνουμε το δικαίωμά μας πράξη, λέμε πάντα ΟΧΙ στον πόλεμο, για να μπορεί πρακτικά αυτό το ΟΧΙ να μετουσιωθεί στο μόνο ΝΑΙ που θα χρειαστεί να λέμε, ΝΑΙ στη ζωή, τη λευτεριά, τη Δημοκρατία, ΝΑΙ στην ειρήνη!