Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε το πρωί της Κυριακής στην Τοπική Κοινότητα Ανάβρας του Δήμου Σοφάδων η εκδήλωση τιμής και μνήμης δύο σημαντικών ιστορικών γεγονότων
-Της Συνθήκης Ταμασίου, 10 Μαΐου 1525, που κατοχύρωσε την Αυτονομία των Αγράφων
-Της κήρυξης της Επανάστασης στ’ Άγραφα, 10 Μαΐου 1821, από τον Φιλικό Αγραφιώτη, Κων/νο Βελή.
Να σημειωθεί πως είναι η πρώτη φορά που πραγματοποιείται ο διπλός επετειακός εορτασμός των δυο παραπάνω γογονότων που σημάδεψαν την ευρύτερη περιοχή.
Την εκδήλωση συνδιοργάνωσαν ο Δήμος Σοφάδων, η Τοπική Κοινότητα Ανάβρας, η Ένωση Αγραφιώτικων Χωριών, ο Σύνδεσμος Εφέδρων Αξιωματικών και ο Μορφωτικός Σύλλογος Ανάβρας “Ο Μέγας Αλέξανδρος” υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλιώτιδος & Φαναριοφερσάλων, της Περιφερειακής Ενότητας Καρδίτσας και της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας .
Ομιλητές στην εκδήλωση ήταν, ο Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Σορβόνης κ. Αντωνίου Αντώνη με θέμα: «Τ’ Άγραφα τον 17ο αιώνα. Η Συνθήκη Ταμασίου» και ο Πρόεδρος της Ένωσης Αγραφιώτικων Χωριών και π. Δήμαρχος Ιτάμου κ. Τσαντήλας Βασίλης με θέμα: «Η κήρυξη της Επανάστασης στ’ Άγραφα, 10 Μαΐου 1821».
Χαιρετισμό στο πλαίσιο της εκδήλωσης απηύθυναν ο Δήμαρχος Σοφάδων κ. Θάνος Σκάρλος, ο πρόεδρος της ΠΕΔ Θεσσαλίας και Δήμαρχος Μουζακίου κ. Γιώργος Κωτσός, ο Δήμαρχος Αγράφων κ. Θεόδωρος Μπαμπαλής , οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κα. Χρυσούλα Κατσαβριά- Σιωροπούλου και κα. Παναγιώτα Βράντζα, ο βουλευτής της ΝΔ κ. Κώστας Τσιάρας, ο εντεταλμένος Σύμβουλος της Περιφέρειας κ. Ορέστης Ψαχούλας, ο Αντιδήμαρχος Σοφάδων κ. Βασίλης Αλεξόπουλος, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εφέδρων Αξιωματικών κ. Ιωάννης Ντενησιώτης, ο πρόεδρος του του Εκπ/κού Συλλόγου Μαυρομματίου και εκπρόσωπος της Ένωσης Αγραφιώτικων Χωριών κ. Δημήτρης Γιώτης ενώ τους παρευρισκόμενους καλωσόρισαν ο πρόεδρος της ΤΚ Ανάβρας κ. Γεώργιος Γκένας και ο Πρόεδρος του Μορφωτικού Συλλόγου Ανάβρας κ. Ευάγγελος Σίμος.
Μετά τις ομιλίες έγινε κατάθεση στεφάνων από τους:
Δήμαρχο Σοφάδων κ. Θάνο Σκάρλο, Διοικητή 1ης Στρατιάς Αντιστράτηγο Δημόκριτο Ζερβάκη, Υποδιοικητή Α.Δ Καρδίτσας κ. Περιστέρη, Διοικήτη ΠΥ Σοφάδων κ. Γ. Νταουτά, εντεταλμένο Σύμβουλο της Περιφέρειας κ. Ορέστη Ψαχούλα, πρόεδρο της ΤΚ Ανάβρας κ. Γεώργιο Γκένα, Αντιδήμαρχο Σοφάδων και Γραμματέα της Ενωσης Αγραφιώτικων Χωριών κ. Ευάγγελο Ζήση, πρόεδρο του Συνδέσμου Εφέδρων Αξιωματικών κ. Ιωάννη Ντενησιώτη.
Στην εκδήλωση μεταξύ άλλων παραβρέθηκαν η πρ. βουλευτής κ. Ασημίνα Σκόνδρα, Δημοτικοί και τοπικοί Σύμβουλοι, εκπρόσωποι φορέων, ερευνητές της τοπικής ιστορίας και πλήθος κόσμου.
Παραδοσιακούς χορούς παρουσίασαν τα τμήματα του Μορφωτικού Εκπολιτιστικού Συλλόγου Ανάβρας “Ο Μέγας Αλέξανδρος” και του Μορφωτικού Συλλόγου Σοφάδων.
Στον χαιρετισμό του ο Δήμαρχος Σοφάδων ανέφερε μεταξύ άλλων:
Ως Δήμος Σοφάδων ανήκουμε στις κοινωνίες, οι οποίες, παρότι μικρές, χαράσσουμε την ιστορική μας ταυτότητα διαχειριζόμενοι το παρελθόν μας με άποψη. Γι’ αυτό και προσδίδουμε στην σημερινή μέρα το κύρος και την τιμή που της αρμόζει, στη μνήμη των δυο παραπάνω σημαντικών γεγονότων για την ευρύτερη περιοχή. Τιμή για τη συνθήκη που κατοχύρωσε την αυτονομία των αγράφων, τιμή για το εθνικό τόλμημα, την κήρυξη της επανάστασης στα Αγραφα.
Κλείνοντας επιτρέψτε μου να σημειώσω και τούτο:
Αν στην επικαιρότητα μετριάζεται και πάλι η ανεξαρτησία μας από την σύνθλιψη των κοινωνικών μας δικαιωμάτων, ο σημερινός διπλός επετειακός εορτασμός μας δείχνει το δρόμο.
Η Ιστορία μπορεί να πορεύεται διαρκώς με βήματα μπροστά, αλλά η γνώση της ιστορίας μπορεί να διαμορφώσει τη συλλογική μνήμη . Και όπως είπε ο Γκαίτε «Ό,τι άριστο μπορεί να μας δώσει η ιστορία είναι ο ενθουσιασμός που ξεσηκώνει τις ψυχές μας».
Ας ανατροφοδοτήσουμε λοιπόν τη σκέψη μας από το πρόσφατο και το μακρινότερο παρελθόν. Από τους αγώνες των Ελλήνων.
Ομιλία του Βασίλη Τσαντήλα, προέδρου Ένωσης Αγραφιώτικων Χωριών με θέμα : «Η ΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤ’ ΑΓΡΑΦΑ, 10/5/1821, ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΝ/ΝΟ ΒΕΛΗ».
Τα ιστορικά ΑΓΡΑΦΑ, στην μακρά ιστορία τους, παρέμειναν πάντα αδούλωτα και ελεύθερα : ΔΟΛΟΠΕΣ και ΑΘΑΜΑΝΕΣ οι πρώτοι κάτοικοί τους. Πότε φίλοι, πότε εχθροί με Αθηναίους, Σπαρτιάτες, Μακεδόνες.
Φόρου Υποτελείς στους Ρωμαίους και Βυζαντινούς. Αδούλωτοι σε Σλαύους, Βουλγάρους, Φράγκους και Οθωμανούς. Έτσι οι Αγραφιώτες παρέμειναν «ΚΑΤΑΛΑΓΑΡΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» όπως τους χαρακτηρίζει ο ιστορικός Φίνλει και η καθαρότητα της γλώσσας, το αποδεικνύει. Η αυτονομία και η ανεξαρτησία τους, επικυρώθηκε με την ιστορική Συνθήκη Ταμασίου (Ανάβρα), στις 10 Μαίου 1525, επί Σουλτάνου Σουλειμάν του Μεγαλοπρεπή.
Τα προνόμια της Συνθήκης, δημιούργησαν την «χρυσή περίοδο» στ’ Άγραφα, με πιο αψευδείς μάρτυρες τα πολλά και μοναδικά Μοναστήρια των Αγράφων, τα καλντερίμια, οδικές συνδέσεις Θεσσαλίας και Δυτικής Ελλάδας, τα πετρογέφυρα, που ακόμη σώζονται.
Οι Αγραφιώτες, δεν ησύχασαν ποτέ : Ξεσηκώνονται στο κίνημα του Επισκόπου Λάρισας Διονυσίου και ο Αγραφιώτης Επίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου ΣΕΡΑΦΕΙΜ γίνεται Εθνομάρτυρας και Οσιομάρτυρας.
Συμμετέχουν με σώματα στα Ορλωφικά. Αντιστέκονται και δίνουν μάχες με τα ασκέρια του Αλή Πασά των Ιωαννίνων.
Αναδεικνύονται γενναίοι πολέμαρχοι : Μπουκουβαλαίοι, Μικρο Χορμόπουλο, Λιβίνης, Δίπλας, Κατσαντώνης, Χασιώτης, Λεπενιώτης, Καραισκάκης, Τσόγκας, Σταθάς, Ράγκος, Ζώτος, Γιολδάσης, Βουλπιώτης, Σουλιώτης κ.α.
Στο μεγάλο ξεσηκωμό του 1821 οι Αγραφιώτες εξεγείρονται και ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του Φιλικού Κώστα Βελή.
Η ΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤ’ ΑΓΡΑΦΑ
Ο Κώστας Στεργιόπουλος, όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Κ. Βελή, στα 1800 είχε πάει στα Γιάννενα, στην υπηρεσία του Αλή Πασά, όπου διακρίθηκε για τις ικανότητες του και έγινε το πρωτοπαλίκαρο του Τουρκαλβανού Βελή –Γκέκα. Για το λόγο αυτό πήρε το όνομα Βελής . Εκείνη την εποχή ολοκλήρωσε με επιτυχία την κατασκευή του Φρουρίου του Παλέρμου (Πανόρμου) στη Χειμάρα, που του είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Αλή Πασά, ο οποίος για να τον ευχαριστήσει τον προήγαγε σε Βοεβόδα (Διοικητή) της Μακεδονίας, Ο Χουρσίτ Πασάς τον διόρισε εν συνεχεία Βοεβόδα της Θεσσαλίας. Εν τω μεταξύ όμως ο Βελής μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και όταν ήρθε η ώρα, συναντήθηκε κρυφά στον Ασπροπόταμο με τους οπλαρχηγούς Στουρνάρα, Λιακατά, Γιαν. Κουτελίδα κ.α., για να οργανώσουν την Επανάσταση. Κατόπιν συνάντησε τον Κοσμά τον Σουλιώτη στην Τατάρνα και από κει μετακινήθηκε στο Κεράσοβο (σημ. ΚερασοχώρΙ). Στις 10 Μαΐου 1821 σήκωσε την τρίχρωμη σημαία της Επανάστασης στα Άγραφα με τους οπλαρχηγούς Λογοθέτη Ζώτο ή Γκαβοστέργιο, Κωνσταντή Βουλπιώτη, Κοσμά Σουλιώτη, αδελφούς Γιολδάση, Αραπογιάννη, Μπάσκα κ.α.
Ακολουθεί το λιτό αλλά γεμάτο αποφασιστικότητα κείμενο της προκήρυξης που μοίρασε εκείνες τις μέρες στους συγχωριανούς του, προκειμένου να τους παροτρύνει να ξεσηκωθούν:
« Αδελφοί, ήλθε η ώρα με το θέλημα του Θεού να ελευθερώσωμε την πατρίδα από την Τουρκική Τυραννία. Λοιπόν άμα λάβητε το παρόν μου, να αναλάβητε τα άρματά σας και να έρθητε όπου σας περιμένω εδώ εντός τριών ημερών,διότι ο καιρός δεν σας περιμένει περισσότερον, να είμαστε έτοιμοι διά να κάμωμεν το χρέος μας εις την πατρίδα.
Κεράσοβον 10 Μαϊου 1821
Ο αδελφός σας
Μετά το κάλεσμα μαζεύτηκαν οι πρώτοι πατριώτες και όλοι μαζί επιτέθηκαν σε μια μικρή δύναμη Τουρκαλβανών, που επέστρεψε από το Αγρίνιο.
Η ενέργεια αυτή ήταν η πρώτη επαναστατική κίνηση στην περιοχή των Αγράφων και αποτέλεσε το έναυσμα για περαιτέρω δράση. Για να εξασφαλιστούν τα πρώτα πολεμοφόδια, ο Βελής διέθεσε 60.000 γρόσια.
Η πρώτη μάχη δόθηκε στην Τατάρνα, όπου οι Έλληνες συνέλαβαν μεγάλο αριθμό εχθρών. Γρήγορα οι επιχειρήσεις γενικεύτηκαν καθώς η αντίδραση των Τούρκων ήταν δυναμική. Μετά τις επιτυχίες των Ελλήνων και την επέκταση της Επανάστασης στα Άγραφα και μετά στο Καρπενήσι, ο Χουρσίτ ανησύχησε και έστειλε τον Ισμαήλ Πλιάσα, που βρισκόταν στο Κομπότι, να περάσει το Μακρυνόρος και να καταπνίξει την επανάσταση στη δυτική Ελλάδα. Τον ενίσχυσε μάλιστα ώστε η συνολική δύναμη του να φτάνει τους 4000 άντρες.
Στο Μακρυνόρος συνάντησε την αντίσταση του Γώγου Μπακόλα, του Ανδρέα Ίσκου και του Γιαννάκη Ράγκου. Όσοι Τούρκοι γλίτωσαν μετά τις συμπλοκές κατέφυγαν σε κακή κατάσταση στην Άρτα.
Εν τω μεταξύ η Επανάσταση είχε επεκταθεί στην Ευρυτανία. Οι Γιολδασαίοι, ο Κατσικογιάννης και οι άλλοι ντόπιοι οπλαρχηγοί ανάγκασαν τους Τούρκους (70 περίπου οικογένειες μέσα στο Καρπενήσι) να οχυρωθούν στα σπίτια τους και να ζητήσουν τη βοήθεια του Χουρσίτ. Οι ενισχύσεις που έστειλε με το Βελημπέη απώθησαν τους Έλληνες και έκαψαν τα ελληνικά σπίτια. Οι Έλληνες νίκησαν το Βελήμπεη με αντεπίθεσή τους στις 20 Ιουνίου και οι Τούρκοι, επειδή πια δεν έλεγχαν απόλυτα την κατάσταση, έφυγαν για την Ήπειρο ακολουθώντας τις δυνάμεις του Βελήμπεη. Η απελευθέρωση της Ευρυτανίας ήταν γεγονός.
Ο Βελής και οι Αγραφιώτες αφού έδιωξαν τους Τούρκους από την περιοχή τους, επιτέθηκαν στα πεδινά χωριά της Θεσσαλίας (Φανάρι, Κανάλια, Λοξάδα κ. άλ.) και έκαψαν τουρκικά χωριά. Ο Πασάς της Λάρισας Μαχμούτ Δράμαλης ενισχυμένος με δυνάμεις από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα κινητοποιήθηκε εναντίον του Βελή και τον ανάγκασε να επιστρέψει στα ορεινά. Οι Τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν την Ρεντίνα και εγκατέστησαν φρουρά υπό τον Βελήμπεη.
Μετά από λίγες μέρες οι αγωνιστές συναντήθηκαν στο Φουρνά και σχεδιασαν την επίθεση στη Ρεντίνα, την οποία φρουρούσαν περίπου 250 Τουρκοαλβανοί. Οι Έλληνες με το Λογοθέτη Ζώτο την ανακατέλαβαν, αλλά οι Τούρκοι αντεπιτέθηκαν στο διάστημα μεταξύ 10ης και 15ης Ιουλίου και οι ελληνικές δυνάμεις ηττήθηκαν, αφού πρόβαλαν σκληρή αντίσταση και δεδομένου ότι ο Δράμαλης έστειλε ενισχύσεις. Οι μάχες γύρω από την Ρεντίνα κράτησαν πολλές μέρες και ήταν ιδιαίτερα σκληρές . ο Βελής οδηγήθηκε σε μάχη έξω από τη Ρεντίνα, στη θέση Κονιαρόβρυση (σημερινή ονομασία «τα Ταμπούρια του Βελή» ή Κουνιάρα), υποχώρησε και αιχμαλωτίστηκε. Αμέσως τον έστειλαν στην Πόλη.
Ο οπλαρχηγός Όλυμπος Καρατάσος προσπάθησε να τον ελευθερώσει, ανεπιτυχώς όμως, γιατί οι Τούρκοι φρουροί που τον μετέφεραν αντελήφθησαν εγκαίρως το σχέδιο και άλλαξαν δρόμο. Το τέλος του Κώστα Βελή ήταν τραγικό. Τον Αύγουστο του 1821 οι Τούρκοι τον βασάνισαν, τον κατακρεούργησαν και τον πέταξαν στα σκυλιά. Ίσως η απάνθρωπη μεταχείριση που του επιφύλαξαν οφείλεται στο γεγονός ότι για μεγάλο διάστημα τον είχαν θεωρήσει άνθρωπο της εμπιστοσύνης τους και κατά συνέπεια προδότη.
Μετά το θάνατο του Κώστα Βελή
Μετά τη σύλληψη του Βελή τα Άγραφα υποταχθήκαν.
«Η απώλεια του Βελή ήταν μεγάλο πλήγμα για την προώθηση του επαναστατικού κινήματος στην περιοχή μας».
Επειδή η Ρεντίνα ήταν στρατηγικής σημασίας, o Δράμαλης εγκατέστησε ισχυρότατη φρουρά μέχρι το 1823, για να ελέγχει το δρόμο που οδηγούσε από τη Θεσσαλία στη Δυτική Ελλάδα. Η επικοινωνία μεταξύ των ορεινών και πεδινών περιοχών έγινε πολύ δύσκολη. Έτσι η Θεσσαλία δε στάθηκε δυνατό να συνδράμει τους επαναστατημένους της υπόλοιπης Ελλάδας σε αυτή τη φάση.
Στις αρχές του 1823 ο Σιλιχτάρ Μπόδας κινήθηκε εναντίον των αγραφιώτικων χωριών με 4000 άντρες, ενώ ο Κιουταχής κατευθυνόταν προς το Βόλο. Ο Καραϊσκάκης επιτέθηκε στη Νευρόπολη. Στη μάχη που ακολούθησε νικήθηκε και υποχώρησε στην Οξυά, όπου και στρατοπέδευσε. Εν τω μεταξύ έφτασε ο Σιαφάκας με τους δικούς του, για να τον ενισχύσουν. Τελικά ο Μπόδας υποχώρησε, επειδή ήθελε να ακολουθήσει τον Κιουταχή στη Μαγνησία. Ο Καραϊσκάκης δέχτηκε τη συνθήκη ειρήνης (καπάκια) πιεζόμενος από την κατάσταση της υγείας του.
Μετά την κατάπνιξη του επαναστατικού κινήματος στη Θεσσαλία η ύπαιθρος άρχισε να μαραζώνει, όπως και η οικοτεχνία. Οι επιδρομές των Τούρκων προκαλούσαν μεγάλες ζημιές στους κατοίκους. Μεταξύ των χωριών που επλήγησαν περισσότερο ήταν το Φανάρι, τα Κανάλια, ο Μεσενικόλας, η Καστανιά και το Νεοχώρι.
Έως την δημιουργία του πρώτου Ελληνικού Κράτους (1830) δεν έχουμε σημαντικά γεγονότα στ’ Άγραφα αλλά η πλειοψηφία των μάχιμων Αγραφιωτών, ακολουθεί τον Γεώργιο Καραϊσκάκη και συμμετέχουν σε δεκάδες μάχες, ποτίζοντας το δένδρο της ελευθερίας με το αίμα τους.
Δυστυχώς τα Θεσσαλικά Άγραφα, παρέμειναν στην Οθωμανική κυριαρχία έως το 1881 και χρειάστηκε άλλες τρείς εξεγέρσεις (1854, 1866, 1877-78) για να ενωθούν με την ελεύθερη Ελλάδα το 1881.
Τιμή και Δόξα στον Εθνομάρτυρα Κώστα Βελή και τους χιλιάδες Αγραφιώτες και Θεσσαλούς Πολεμιστές της επανάστασης του 1821.