Πραγματοποιήθηκε, με μεγάλη επιτυχία, η ομιλία του συγγραφέα Δημήτρη Αγγελή, αντιστρατήγου (ε.α.) της ΕΛ. – ΑΣ., με τίτλο «Η ελληνική επανάσταση του 21 στ’ Άγραφα με τον Κώστα Βελή, Λογοθέτη Ζώτο κ.ά. Αγραφιώτες καπεταναίους και οι πολεμικές επιχειρήσεις στο Αηδονοχώρι, Ρεντίνα, Σμόκοβο Καρδίτσας κ.α.», στην κεντρική πλατεία του Αηδονοχωρίου το Σάββατο 17-8-2024, ώρα 21.00.

Η ομιλία του, ενώπιον πλήθους κατοίκων, ήταν πράγματι εμπνευσμένη και αναλυτική, παρέχοντας εξειδικευμένη και τεκμηριωμένη ιστορική πληροφόρηση και γνώση για το πλέον κορυφαίο επαναστατικό γεγονός, στην περιοχή των Αγράφων την άνοιξη του 21, απ’ τον μεγάλο ‘Έλληνα πατριώτη και ηγέτη των εξεγερμένων Αγραφιωτών, Κώστα Βελή, προκαλώντας μεγάλη διαλεκτική ανταπόκριση και συμμετοχή των παρευρισκομένων, που έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον ενημέρωσής τους.

Στο τέλος της ομιλίας του, ο Δ. Αγγελής, κάλεσε τους συμμετέχοντες να εξερευνήσουν την περιοχή, εντοπίζοντας την (άγνωστη μέχρι εκείνη τη στιγμή) ακριβή θέση με το ιστορικό όνομα «τα ταμπούρια του Βελή», όπου πολεμώντας συνελήφθη στα μέσα Ιούνη του 1821 ο Κ. Βελής (και αργότερα σφαγιάστηκε φρικτά απ’ τους Τούρκους), προτείνοντας επιπλέον, την ανάδειξη του σημείου με την επιτόπια κατασκευή μνημείου, μονοπατιού κ.ά, καθιστώντας το επισκέψιμο τόπο υψίστης ιστορικής σημασίας, καθώς και την κατ’ έτος διοργάνωση επετειακής σχετικής ιστορικής εκδήλωσης – μνημοσύνου, με την συνδιοργάνωση του Δήμου Σοφάδων, της Τοπικής Κοινότητας Αηδονοχωρίου και των Δήμων Καρπενησίου και Αγράφων Ευρυτανίας, καθώς ο Κ. Βελής γεννήθηκε στο Κεράσοβο – Κερασοχώρι της Ευρυτανίας.

Εντοπίστηκαν «τα ταμπούρια του Βελή».

Η ανταπόκριση του κοινού, στο κάλεσμα του Δ. Αγγελή, υπήρξε εντυπωσιακά άμεση και δια ζώσης, και κατόπιν σχετικών μαρτυριών και αφηγήσεων των συγχωριανών, Απόστολου Ρίζου του Σ., Σοφίας Εγγλέζου του Γ., Δημητρίου Θέου του Θ., Φωτεινής Ρεντίφη συζ. ιερέα Ηλία Ρεντίφη και Ευάγγελου Ντζαμάρα του Α., εντοπίστηκε και με ακρίβεια προσδιορίστηκε η εν λόγω γεωγραφική θέση «τα ταμπούρια του Βελή». Το γεγονός αυτό υπήρξε και η μεγάλη επιτυχία της ομιλίας, καθώς έτσι προχώρησε και εξελίχθηκε η ιστορική γνώση.

Την ομιλία συνδιοργάνωσαν ο Δήμος Σοφάδων και ο πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Αηδονοχωρίου Αντωνόπουλος Σωτήριος.

Ακολουθεί η ομιλία που εκφωνήθηκε στο Αηδονοχώρι Καρδίτσας την 17-8-2024 από τον κο Δημήτρη Κ. Αγγελή, Συγγραφέα – Αντιστράτηγο (ε.α.) ΕΛ. – ΑΣ.

Χρόνια πολλά.

Σεβασμιότατοι, πρόεδρε της Τοπικής Κοινότητας Αηδονοχωρίου κ. Σωτήρη Αντωνόπουλε, πρόεδρε του Συλλόγου των Απανταχού Αηδονοχωριτών κ. Γιώργο Παπαδόπουλε, κυρίες και κύριοι.

Κατ’ αρχάς θέλω να ευχαριστήσω τον πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας Αηδονοχωρίου Σωτήρη Αντωνόπουλο για την πρόσκλησή του (που έγινε τον Μάη φέτος κατά την ομιλία μου στην Ανάβρα για την συνθήκη του Ταμασίου) να πραγματοποιήσουμε την παρούσα ομιλία. Να είσαι καλά Σωτήρη.

Ευχαριστώ επίσης το δήμαρχο Σοφάδων κ. Δημοσθένη Κατσή και την αρμόδια αντιδήμαρχο κα. Σοφία Αλειφτήρα, που αμέσως αγκάλιασαν αυτή την ιστορική – πολιτιστική εκδήλωση.

 

Αρχίζουμε την ομιλία.

Επαναστατικός αναβρασμός επικρατεί στον ελληνικό χώρο, οι Φιλική Εταιρεία οργανώνει τα πιο φιλελεύθερα «πνεύματα», μυστικοί εξοπλισμοί, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης δεν είναι στ’ Άγραφα, αλλά πολεμά στη δυτική Ελλάδα (Βόνιτσα, Κομπότι, Άρτα, Τζουμέρκα).

Τέλη Απριλίου – αρχές Μαΐου του 1821 στ̓ Άγραφα συγκρότησαν επαναστατικό συμβούλιο οι καπετάνιοι – οπλαρχηγοί Λογοθέτης Ζώτος, Χρήστος Σουλιώτης, Κώστας Βελής, Κωνσταντής Βουλπιώτης, Γιαννάκης Γιολδάσης, Γιάννης Μπράσκας, Συκάς Αραπογιάννης και Γιάννης Φραγγίστας, «[…] διά να ελευθερώσουν τα άγραφα κατακρατούμενα έως τώρα εις φόβον από μίαν εχθρικήν δύναμιν […]». Μετά απ’ αυτή την οργανωτική συγκέντρωση, στην οποία συμμετείχαν αντιπρόσωποι απ̓ όλα τα αγραφιώτικα χωριά, όπου αποφασίσθηκε η εξέγερση, ο Βελής και ο Βουλπιώτης «[…] επήγαν εις την Ευρόπολιν (Νευρόπολη) μετά προτρεπτικών Γραμμάτων, και εν τω άμα συνήχθησαν αφ̓ όλα τα χωρία οι φιλελεύθεροι Έλληνες και εβόησαν ομοθυμαδών: ΄΄Κατεβάλλωμεν ήδη τον εχθρόν, απερρίψαμεν τον ζυγόν· ο Χριστός μεθ’ ημών, και ουδείς καθ’ ημών».

Παράλληλα ο Λογοθέτης Ζώτος προσκάλεσε τους κατοίκους της Ρεντίνας «[…] να ενωθώσι εις τας Νικηφόρους σημαίας του τιμίου σταυρού […]», αναφέρει την 10-8-1821 ο αρθρογράφος-εκδότης της αρχαιότερης, εις το Μεσολόγγι, εκδιδόμενης χειρόγραφης εφημερίδας «Αιτωλική». Να ενωθούν κάτω από τις σημαίες του τιμίου σταυρού, δηλαδή κάτω από την γνωστή σημαία των Αγράφων του Χορμόπουλου, τη λευκή με τον κόκκινο, τίμιο, σταυρό στη μέση· ατράνταχτη μαρτυρία και απόδειξη της διαχρονικής χρήσης της απ̓ το 1680 έως στις αρχές του 1822.

Δηλώνει μάλιστα και κάτι επιπλέον, με την ως άνω καταγραφή του, ο αρθρογράφος στην εφημερίδα:

«Τας σημαίας», χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό· όχι σημαία. Αυτό φανερώνει ότι η επανάσταση έχει εξαπλωθεί σ̓ όλα τ̓ Άγραφα.

Να η σημαία:

Σημαία επανάστασης του 1821 στ’ Άγραφα, του Λογοθέτη Ζώτου, Κώστα Βελή κ.ά. Αγραφιωτών καπεταναίων-οπλαρχηγών.

Τότες ήταν που ο φιλικός Βελής Κώστας (Στεργιόπουλος, 1770-1821) την 10-5-1821 κήρυξε την επανάσταση στο Κεράσοβο των Αγράφων, αναπετάσσοντας τη σημαία της ελευθερίας, «του τιμίου σταυρού», καλώντας τους Αγραφιώτες σ̉  εξέγερση με την ακόλουθη προκήρυξη:

«Αδελφοί, ήλθεν η ώρα, με το θέλημα του Θεού, να ελευθερώσωμεν την πατρίδα από την τυραννίαν την τουρκικήν· λοιπόν άμα λάβετε το παρόν μου, να πάρετε τα άρματά σας και ελθήτε οπού σας περιμένω, εδώ εντός τριών ημερών διότι ο καιρός δεν μας περιμένει περισσότερον· να ήμεθα έτοιμοι να κάμωμεν το χρέος μας εις την πατρίδα.

 Κεράσοβον 10 Μαΐου 1821.

                 Ο αδελφός σας

                ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΛΗΣ».

Ωστόσο σκεφτείτε: Τί σύμπτωση! Πάλι η ίδια ημερομηνία: 10 Μάη του 1525 η συνθήκη του Ταμασίου, που προαναφέραμε, και ακριβώς μετά 296 χρόνια πάλι 10 Μάη του 1821 η επανάσταση του 21α.

Ως ακολούθως παρουσιάζει, το 1862, τον Βελή Κώστα ο «[…] συμπατριώτης και συστρατιώτης […]» Μίτσος Αντωνίου στην «Σύντομο βιογραφία του  […] Κώνστα Βελή», που συνέγραψε:

«Εγενήθη κατά το 1770 έτος εις το Κεράσοβον των Αγράφων, πρωτεύουσα του εν Ευρυτανία Δήμου των Αγραίων, από γονείς εκ των προτίστων οικοκυρίων του τόπου, και ανετράφη ως προετοιμαζόμενος να συντελέση προς τον μέγαν σκοπόν της απελευθερώσεως της πατρίδος εκ της πολυχρονίου δουλείας, εις ηλικίαν δε τριάκοντα περίπου ετών προσελήφθη εις την υπηρεσίαν του Αλήπασα, και απήλθεν εις τα Ιωάννινα.

(Στον Αλή πασά διέπρεψαν, ως στρατηγοί και πολιτικοί του, τα μεγαλύτερα επαναστατικά «μυαλά» του ελληνισμού της Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδος και Ηπείρου εκείνης της εποχής, που ξεκίνησαν αργότερα την ελληνική επανάσταση, όπως οι: Γ. Καραϊσκάκης, Α. Διάκος, Ο. Ανδρούτσος, Βεΐκος, Μπότσαρης, Τζαβέλας, Πανουριάς, Δυοβουνιώτης, Βαρνακιώτης κ.ά.)

Διά τα προτερήματά του, και μάλιστα διά την ανδρίαν αυτού Κ. Βελή) εκρίθη εντός ολίγου άξιος να διατελή ως πρωτοπαλήκαρον, παρά τω Στρατάρχη Βελή Γκέκα Τουρκαλβανώ, ούτος δε τοσαύτην περί αυτού έλαβεν υπόληψιν, ώστε τω ανέθετε τας σπουδαιοτέρας υποθέσεις, και πολλάκις απομακρυνόμενος, ενεπιστεύετο εις αυτόν την διοίκησιν του στρατού. Τούτο έδωκεν αφορμήν ώστε να τω αποδίδωσι το όνομα του Στρατάρχου, αποκαλούντες αυτόν Βελήν, ενώ το πατρωνυμικόν του ήτο Στεργιόπουλος, έκτοτε δ’ ωνομάζετο και ανεγνωρίζετο υπό πάντων Κώνστας Βελής. Ήτον επόμενον να προαχθή και να ευδοκιμήση […] ώστε προς αμοιβήν διωρίσθη αμέσως Διοικητής (Βοεβόδας) της Μακεδονίας. Εις την υπηρεσίαν ταύτην απέκτησε γενικήν υπόληψιν και αγάπην […και λίγο αργότερα] ο Γενικός Αρχηγός των σουλτανικών στρατευμάτων Χουρσήτ – πασσάς απεφάσισε και τον διώρισε Διοικητήν (Βοεβόδα) της Θεσσαλίας.

Εγκυμονούσης τότε της επαναστάσεως ο Κώνστας Βελής μεμυημένος τα της φιλικής εταιρίας […] είχον διεγερθή βαρείαι κατ΄ αυτού υπόνοιαι […τον υποψιάζονταν και έφυγε] λάθρα […] διευθυνθείς εις το Ασπροπόταμον συνενοήθη μετά των εκεί οπλαρχηγών […] Στουρνάρη, Γρηγορίου Λιακατά, Γιαννάκη Κουτουλίδα κ.λ.π. Εκείθεν ειδοποίησε […] τον επιστήθιον φίλον του Οδυσσέα Ανδρούτσου […] και ήλθε και συνωμίλησαν εις την Γέφυραν της Τατάρνης […] μετά δε ταύτα αναχωρήσας έφθασε περί τας αρχάς Μαΐου 1821 εις την πατρίδα του, ύψωσε την Σημαίαν του Σταυρού και εξέδωσε προκηρύξεις, μιάς (η προαναφερόμενη) εκ των οποίων σχέδιον διεσώθη ως εκ θαύματος μεταξύ των εγγράφων αυτού».

Νωρίτερα φρόντισε και προμηθεύτηκε πολεμικό υλικό -πολεμοφόδια, «[…] με πολλάς χιλιάδας γροσίων, τα οποία κατέβαλεν εξ ιδίων, τα εναπεταμίευσε δε εις την Μονήν επιλεγομένην της Σάικας» και «[…] εστρατολόγησεν (πολεμιστές) εξ ιδίων χρημάτων […]»,«[…] ο Βελής εις ουδέν λογισάμενος (τούρκικες) τιμές και πλούτη (είχε δε πολλά εις κινητά και ακίνητα κτήματα εν Άρτη πλέον των εξακοσίων χιλιάδων γροσίων, τα οποία κατόπιν εδημεύθησαν υπό της τουρκικής εξουσίας) έδραμεν, άμα ήχησεν η σάλπιγξ της ελευθερίας, ως διψώσα έλαφος, όπου η φωνή της πατρίδος τον εκάλει […]», καταγράφει ο Μ. Αντωνίου.

Αναφέρει ο Ν. Κασομούλης σχετικά:

Στ’ Άγραφα και στον Ασπροπόταμο «[…] όταν ήλθεν η ώρα της Επαναστάσεως του έθνους, το 1821, ύψωσαν την σημαίαν ο Νικολός Στορνάρης μετά του […] Γεωργάκη Βελή Αγραφιώτου». Δηλαδή ξεσήκωσαν ο Βελής τ’ Άγραφα και ο Στορνάρης τον Ασπροπόταμο.

Την 4-6-1821 μάλιστα ο Βελής Κώστας μαζί με τον, ως άνω, οπλαρχηγό και αρματολό του Ασπροποτάμου Νικολό Στορνάρη, γράφουν τα εξής, σ’ επιστολή τους προς τον αρματολό του Ξηρομέρου και μετέπειτα (2/1822) στρατηγό Γωργάκη Βαρνακιώτη ή Νικολού. Παρακαλώ προσέξτε την ελληνική ομιλία και το λαϊκό λόγο της εποχής:

«[…] και εγω (Στορνάρης) σιμερα με το θέλιμα του θέου κανώτο χαϋρλιξεκυνημαμου (εξεγείρομαι) και ανμπότας (μακάρι) οθεός ναμας αξιόσι και ναμας δινάμοσι διανατελιοσομεν το ποθούμενω μας. Δεν σου αποκρήθικα απουταεπροχθες επιδεί ερποσμενα (περίμενα) τον κωστα βελί απουτα είταν (που ήταν) στα τρίκαλα και σιμερον εβίκεν (μπήκε-ήλθε) και ανταμοθκαμαν και ομόγνομος κάνομεν τι καλον τέρτιπι (τέχνασμα) κάτα τον σέφερον (μαζί και οι δύο ξεκινάμε τον πόλεμο)», και συμπληρώνει ο ίδιος ο Κ. Βελής:

«καγώ ο αδελφο σας κώστας βελή […] παρασκεβή βράδη έδοσα την μούντζα της τουρκιάς (ξεσηκώθηκα) και εβήκα (ήλθα) εδό εις τον αδελφόν μας καπεταν νηκολώ και εκάμαμαν αυτά οπού σου γράφη όθεν αδελφέ (Γ. Βαρνακιώτη) μήαν ώρα αρχήτερα να γένη ο χτιπήςμός (να τους χτυπήσουμε γρήγορα) από όλα τα μέρη οπού να μην προπήσον (να μην προλάβουν) να παρον τα μέτρα τους ότι το πρότο (γιατί πρώτα απ’ όλα) αν τους βάλομεν εμπρος διά δέκα ημέρας πέρη τέλος η δουληά τους (θα τους τελειώσουμε) ότι το πρότο επήρεν κάτου γηρηζμόν (θα πάρουν την ΄΄κάτω βόλτα΄΄) σωνόμεθα ώχη και να μας κριγιόση η δουληά (να μην αργήσουμε) […] διά να γκαρδιόσι (εμψυχωθεί) ο κώζμος διά να έμπουν σε κομάτι γκαγερέτι (να βοηθήσουν, να συμμετάσχουν στην εξέγερση)».

Αυτή η οργανωτική προσπάθεια και η έκδοση της προαναφερόμενης προκήρυξης του Κ. Βελή έφεραν το παρακάτω αποτέλεσμα, όπως το διέσωσε και μας το διηγείται ο Μίτσος Αντωνίου:

Η προκήρυξής «του αύτη δεν εβράδυνε να συγκεντρώση περί ευαυτόν πολλούς ενόπλους εκ των εις τα χωρία των Αγράφων κατοικούντων, όπου συναντηθείς (ο Κ. Βελής) με τουρκαλβανούς, αναχωρούντας εξ Αγρινίου, κατεδίωξεν αυτούς, και μετά πολύωρον και φονικήν μάχην ηχμαλώτισε πολλούς, τους διένειμε δε εις τα χωρία των Αγράφων, και διέταξε να τους φονεύσωσιν εκείσε οι κάτοικοι. Τούτο ήτο στρατήγημα (του Κ. Βελή), διά να στερερωθή ο σκοπός του γενικού εξοπλισμού και της αντιστάσεως (ώστε να μην έχουν κανένα περιθώριο υπαναχώρησης οι Αγραφιώτες). Τοιούτον ήτον, ως έλεγε, το σχέδιόν του, εις τούτο δε είχε δώσει την συγκατάθεσιν αυτού και ο παρακολουθών αυτόν Ηγούμενος της Μονής Τατάρνης Κυπριανός, λέγων, καθόσον ενθυμούμαι (δηλώνει ο Μ. Αντωνίου), ότι και ο Μωυσής διά να λυτρώση εκ της δουλείας τον Ισραήλ έπνιξεν εν τη ερυθρά θαλάσση με την ράβδον αυτού τους Φαραωνίτας».

Στη συνέχεια ο Κ. Βελής με τους οπλαρχηγούς Κώστα Μπουκουβάλα, Λογοθέτη Ζώτο, Σταμούλη Γάτσο, Χρήστο Σουλιώτη, Κωνσταντή Βουλπιώτη, τους Γιολδασαίους, Αραπογιάννη, Μπράσκα,  Φραγγίστα κ.ά., «[…] απεδίωξαν και οι Αγραφιώται τους εν τη επαρχία αυτών […] Τούρκους και συσσωματωθέντες έπεσαν εις Θεσσαλίαν και έκαυσαν τα επί των μεθορίων δύο κονιαροχώρια Φράγκον και Λοξάδαν» (στα ριζά του κάμπου της Καρδίτσας), δίνοντας μάχες με τους Τούρκους στο Μπλάζον (Μοσχάτο), Φανάρι, Κανάλια, «εις την αγίαν τριάδα των ισίων αγράφων» μεταξύ Μοσχάτου και Καναλίων, στο Τσαρδάκι, Κερασιά, Στούγκον (Κρυονέρι), Φράγκο και στη Ρεντίνα των Αγράφων Καρδίτσας. «Οι ριζιώται ετράβησαν τας φαμελίας των εις τα υψηλότερα μέρη και έλαβον τα όπλα· με τοιαύτην ευκολίαν ελευθερώθησαν τα άγραφα […]».

Σημειώνει ο Ακαδημιακός, Διονύσιος Κόκκινος:

«[…] η τόλμη των Αγραφιωτών κατεθορύβησε τους Τούρκους των Γιαννιτσών (Γιαννιτσού Φθιώτιδας, Άγραφα είναι και εκεί) και του Σμοκόβου και τους ηνάγκασε ν’ αποσυρθούν εις την πεδιάδα».

Η εξέγερση επεκτάθηκε, οπότε οι επαναστάτες:

«[…] τον ουμερ πασια (Ομέρ πασά) τον ηφερά κυνηγόντας έος το ζήτουνι (Λαμία) ομηος (ομοίως) και τον τελία φεύξω (Τελεχά φέϊζο μπέη) τον έχον κλίσμενον εις τιν πάτρα (Νέα Πάτρα-Πατρατζίκι-Υπάτη,)  στο καρπενιση τους τούρκους τους εκάμαν μουασερέν (τους πολιόρκησαν, διαπραγματεύτηκαν) και επροςκύνισαν και τους περαν τα τοφέκυα και δεν τους εσκωτοσαν […]» κι ύστερα οι Τούρκοι του Καρπενησίου «[…] απελπισθέντες έφυγον νυκτός εις Ήπειρον διά τινών δυσβάτων οδών».

Ακολούθως, «[…] ο ανάξιος Προεστώς και προδότης Τσολάκογλους», οι συνεργάτες των Τούρκων της οικογένειας των φιλότουρκων μεγαλοκοτζαμπάσηδων – προεστών Δ. Τσολάκογλου της Ρεντίνας, πρόδωσαν τον Βελή στους Τούρκους, μ̉ αποτέλεσμα να συλληφθεί στα μέσα Ιούνη δίπλα απ̉  την Ρεντίνα, στην περιοχή του χωριού Φωτιάνα (Αηδονοχώρι), που έκτοτε πήρε τ̉  όνομά του «ταμπούρια του Βελή […] καθ΄ ην στιγμήν ξιφήρης επετίθετο κατά των περικυκλωσάντων αυτόν»  και να εκτελεστεί στην Κωνσταντινούπολη με φρικτά βασανιστήρια, ενώ στο τέλος «[…] κατακερματισθείς ερρίφθη εις τας οδούς, και εγένετο βορά των σαρκοφάγων ζώων».

Γράφουν (27-2-1824) γι’ αυτόν, από Φουρνά Αγράφων Ευρυτανίας, σε ομαδική αναφορά – επιστολή τους (40 άτομα) προς την «Υπερτάτη Διοίκηση» κυβέρνηση:

«Ο μακαρίτης Κώστα Βελής σας είναι γνωστόν οπού διά την ελευθερίαν, διά την πατρίδα, και διά το γένος εθυσιάσθη και ο ειός του γεωργάκης δεν έλειψεν από του να δουλεύση την πατρίδα και το γένος».

Σημειώνουμε στο σημείο αυτό ότι, ο τότε οπλαρχηγός – αντισυνταγματάρχης (αργότερα αντιστράτηγος και Βουλευτής Ευρυτανίας), Γιώργος Κ. Βελής, άξιος γιος του ως άνω Κώστα Βελή, έλαβε μέρος στην πρώτη θεσσαλική επανάσταση το 1854, χρησιμοποιώντας γαλανόλευκη σημαία με το λευκό σταυρό στη μέση και τις φράσεις: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΘΑΝΑΤΟΣ.

Μία από τις πρώτες ενέργειες του Γεωργίου Καραϊσκάκη, υπήρξε η αναζήτηση και εκδίωξη των συνεργατών των Τούρκων και του Αλή πασά, της οικογένειας του Δ. Τσολάκογλου, των οποίων τα αρχοντικά – σπίτια – πύργο, στη Ρεντίνα, πυρπόλησε ολοσχερώς, διότι, αφ’ ενός προεπαναστατικά είχαν προδώσει στους Τούρκους τον καπετάνιο, του Καραϊσκάκη, τον Κατσαντώνη (που συνέλαβε και το 1809 εκτέλεσε μαρτυρικά ο Αλή πασσάς), αφ’ ετέρου πρόδωσαν τον ως άνω οπλαρχηγό – φιλικό Κώστα Βελή (Στεργιόπουλο).

Ως εξής περιγράφει, το 1902, ο D. Quinn, που «[…] διήλθε διά των κωμών Ομβριακής, Σμοκόβου, Ρενδίνης […]»:

«Του Σμοκόβου η κώμη κείται εν υψηλώ τόπω εν μέσω θαυμασίας ορεινής χώρας. […] Σώζονται εν Σμοκόβω πολλά ανέκδοτα, αναφερόμενα εις τον βίον του Καραϊσκάκη […] Λέγουσιν οι Ρενδίνιοι ότι ήκμαζον οι Τζιολάκογλοι […] Τότε η οικογένεια εχθρικώς διακειμένη προς τον Καραϊσκάκην […] Δεικνύονται εν Ρενδίνη τα ερείπια της οχυράς κατοικίας των Τζιολακόγλων, συνεστώσης εξ ενός πύργου και δύο άλλων μεγάλων κτιρίων, του ανδρωνίτου […] και του γυναικωνίτου. Επί δ’ έτι ορθίας διατελούσης πλευράς του πύργου σώζονται […]».

Ο Τσολάκογλου διέφυγε στους Τούρκους της Λάρισας για προστασία, όπου «μετά του υιού του» τον «φαρμάκωσε» ο Χουρσίτ πασάς.

«Οι Τσολάκογλοι χάλασαν τους Κατσαντωναίους, και ο Καραϊσκάκης αρχίζοντας ο Αγώνας έκαψε τα σπίτια τους», σημειώνει ο Ν. Κασομούλης και συμπληρώνουν ο Ι. Φιλήμονας και Π. Αραβαντινός:

«Μετέπειτα κάποιος Τσολάκογλους, αποβλέπων εις τον σκοπόν του να ανακτήση την […] πολιτικήν Αρχηγίαν των Αγράφων, προδίδει προς τον εις Λάρισαν Χουρσήτ Πασσάν τον αντίζηλόν του Γεώργιον Καβοστεργιόπουλον (Κ. Βελή). Ο προδοθείς σύρεται εις την αγχόνην μ’ άλλους εννέα εκ της οικογενείας του». «Τον εξ’ Αγράφων Γεώργιον Καβοστεργιόπουλον (Στεργιόπουλος = Βελής) μετά 8 μελών της οικογενείας του, προδοθέντα ως μέλος της φιλικής εταιρείας παρά του συνεχωρίου του Δ. Τσολάκογλου τυφλωθέντος υπό της αντιζηλίας».

Άξιο επισήμανσης είναι το γεγονός πως, όταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης «[…] έπιασε τα κορίτσια του κοτζάμπαση των Αγράφων Τσολάκογλου, θανάσιμου εχθρού του από την εποχή των Κατσαντωναίων, τα κορίτσια αυτά (δεν τα σκότωσε, δεν τα ατίμασε, δεν τα βασάνισε, αλλά, για προστασία) τάστειλε στο Μοριά και τα παράδωσε στο (αρχοντικό) σπίτι των Ζαϊμαίων (Α. Ζαΐμης, ο μετέπειτα Πρωθυπουργός). Ο Καραϊσκάκης […] είχε όνομα […] για το σεβασμό προς τις γυναίκες».

Ύστερα απ’ την προδοσία αυτή, τουρκικά στίφη ανακατέλαβαν τις απελευθερωμένες περιοχές και οι όποιες επαναστατικές εστίες εξακολούθησαν στους ορεινότερους αγραφιώτικους τόπους, καθώς είναι γνωστό ότι οι επερχόμενοι Τούρκοι ρήμαξαν τα επαναστατημένα χωριά.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Νικόλαος Κασομούλης:

«Μετέβημεν έπειτα (Οκτώβρης 1822) εις Φουρνά πόλιν αποτεφρωμένην από την επανάσταση των Γκαβοστεργαίων (Κ. Βελή) και λοιπών Αγραφιωτών, καθώς και τα μεγαλοπρεπή σπίτια των Γκαβοστεργαίων αποτεφρωμένα και αυτά […] Από Φουρνά μετέβημεν εις Κλειτζόν· κ΄ εκεί είδα τα ίδια. Το εσπέρας εφθάσαμεν εις Καστανιάν […]», ενώ, τέλος, επισημαίνει ο Λάμπρος Κουτσινίκας:

«Οι δε των Αγράφων πρόκριτοι και ο Καπετάνιος Γ. Καραϊσκάκης επί τινα καιρόν αντέστησαν κατά των Οθωμανών, αλλ΄ ιδόντες επί τέλους, ότι αδυνατούσι ν΄ αντισταθώσιν απεσύρθησαν και ούτοι προς την Δυτικήν Ελλάδα, φονευθέντων και τινών των προκρίτων, Βελή και Σκαραμίτζου».

 

Τελειώνοντας την ομιλία, καταθέτω την ακόλουθη πρόταση:

Σας καλώ να εξερευνήσετε την ευρύτερη ορεινή περιοχή του χωριού σας Αηδονοχώρι, εντοπίζοντας την (άγνωστη μέχρι αυτή τη στιγμή) ακριβή θέση με το ιστορικό όνομα «τα ταμπούρια του Βελή», όπου, όπως προείπαμε, πολεμώντας συνελήφθη στα μέσα Ιούνη του 1821 ο Κ. Βελής (και αργότερα σφαγιάστηκε φρικτά απ’ τους Τούρκους), προτείνοντας επιπλέον, την ανάδειξη του σημείου αυτού με την επιτόπια κατασκευή μνημείου, μονοπατιού κ.ά, καθιστώντας το επισκέψιμο τόπο υψίστης ιστορικής σημασίας, καθώς και την κατ’ έτος διοργάνωση επετειακής σχετικής ιστορικής εκδήλωσης – μνημοσύνου, με την συνδιοργάνωση του Δήμου Σοφάδων, της Τοπικής Κοινότητας Αηδονοχωρίου και των Δήμων Καρπενησίου και Αγράφων Ευρυτανίας, καθώς ο Κ. Βελής γεννήθηκε στο Κεράσοβο – Κερασοχώρι της Ευρυτανίας.

 

Η ομιλία ολοκληρώθηκε, αφού προηγουμένως αντηλλάγησαν εκατέρωθεν δώρα. Ο Δ. Αγγελής προσέφερε στην Τοπική Κοινότητα Αηδονοχωρίου δύο βιβλία του, το Σημαίες Θεσσαλών αγωνιστών – ηρώων. Άγραφα, Όλυμπος, Πήλιο, Σποράδες, Ασπροπόταμος κ.α. (1680 – 1922). Έκδοση Μουσείου Ιστορίας «Νικόλαος Πλαστήρας» – Δήμου Λίμνης Πλαστήρα Καρδίτσας. Καρδίτσα 2022 και το Απ’  τ’  Άγραφα  στις  Θεσπιές. Εκδόσεις Οδός Πανός. Αθήνα 2019, και ο Σ. Αντωνόπουλος και Γ. Παπαδόπουλος προς τον Δ. Αγγελή, αναμνηστική πλακέτα ο πρώτος και το βιβλίο Τάι – Τάι. Το Αηδονοχώρι Αγράφων και τα τραγούδια του. Έκδοση του Συλλόγου Απανταχού Αηδονοχωριτών. Αθήνα 2008, ο δεύτερος.

Η αναλυτική ομιλία, ενώπιον πλήθους κατοίκων, παρείχε εξειδικευμένη και τεκμηριωμένη ιστορική πληροφόρηση και γνώση για το πλέον κορυφαίο επαναστατικό γεγονός, στην περιοχή των Αγράφων την άνοιξη του 21α, απ’ τον μεγάλο Έλληνα πατριώτη και ηγέτη των εξεγερμένων Αγραφιωτών, Κώστα Βελή, προκαλώντας μεγάλη διαλεκτική ανταπόκριση και συμμετοχή των παρευρισκομένων, που έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον ενημέρωσής τους.