Απόδοση της (εκτός κειμένου) ομιλίας του Αλκιβ. Ν. Λεμπέση στην εκδήλωση τιμής και μνήμης για τον Λοχαγό Κων/νο Ισχόμαχο στην Κοινότητα Λουτρού του Δήμου Σοφάδων. Κυριακή 12 Μαΐου 2024.
Τί δουλειά έχει ένας Σιφνιός στη Θεσσαλία, στην Καρδίτσα; Αυτό σίγουρα αναρωτιέστε. Το ίδιο, σας διαβεβαιώ, αναρωτιούνται και στη Σίφνο. Είμαι εδώ για να μιλήσω για έναν από τους ήρωες, που μόλις ακούσαμε. Αυτόν τον “μυστηρ-ήρωα”, όπως τον ονόμασα, τον Μυστηρήρωα Κων/νο Ισχόμαχο. Δεν θα απευθυνθώ κατ’ ιδίαν στους εκλεκτούς παρευρισκομένους, όπως έκαναν όλοι οι προλαλήσαντες, τα παραλείπω αυτά και ελπίζω να με συγχωρήσετε. Άλλωστε δεν είμαι ιστορικός, ένας ιστοριοδίφης απλός είμαι, που μελετά την ιστορία μας. Και με το σκεπτικό αυτό, θα αποφύγω τα πανηγυρικά λογύδρια και απλώς θα σας χαιρετήσω λέγοντας: Πατριώτες Θεσσαλοί! Νομίζω αυτό είναι που μας ενώνει σήμερα.
Εκεί που κάθομαι στη Σίφνο, στην άκρη ενός ακρωτηρίου, απέναντι βλέπω την μοναστήρι της Χρυσοπηγής. Εκεί, που ο Αριστομένης Προβελέγγιος, ο εθνικός ποιητής μας, συνήθιζε να μένει όταν έγραφε τα ποιήματά του. Έχω αναπτύξει μία ειδική σχέση με τον Προβελέγγιο, που πέθανε το 1936. Δημοσιεύω συχνά μελετήματα για αυτόν και αναζητώ και τα βιογραφικά του. Ένα βράδυ, λοιπόν, ο Προβελέγγιος μού λέει: «Τώρα που ασχολείσαι με μένα, έχω μια χάρη να σου ζητήσω. Εδώ που βρισκόμαστε οικογενειακά, η αδελφή μου Ιουλία και ο σύζυγός της Κωνσταντίνος Ισχόμαχος, μού διαμαρτύρονται για κάποια πράγματα που τους στενοχωρούν. Εκεί στο Λουτρό Καρδίτσας έχουν την προτομή του και κάνουν επιμνημόσυνες εκδηλώσεις κάθε χρόνο. Χαίρεται και αγαλλιάζει η ψυχή του. Όμως υπάρχουν κάποια αγκαθάκια που τον ενοχλούν».
Στην ερώτησή μου για διευκρινήσεις, μού εξήγησε. «Να, για παράδειγμα, υπάρχει θέμα με την καταγωγή του, το όνομα του πατέρα του, τον τόπο και την χρονιά της γέννησής του. Όλοι οι ιστορικοί καλοπροαίρετα γράφουν για αυτά τα θέματα, εξακολουθούν όμως να υπάρχουν ανακρίβειες, που επαναλαμβάνονται από τον έναν στον άλλον και πολλαπλασιάζονται. Μια ματιά στο σχετικό λήμμα στην Βικιπέδεια αρκεί για να μπερδευτεί ο καθένας. Να φανταστείς πως, ακόμη και για την προτομή του, σε κάποιο γειτονικό χωριό, τον Αγιο Γεώργιο, παραπέμπουν ορισμένες εκδόσεις και διατριβές. Μεγάλη αδικία. Μπορείς εσύ να το κοιτάξεις λίγο;»
Αφού τον προειδοποίησα πως τα δικά του θέματα θα μείνουν πίσω και πήρα την διαβεβαίωση πως (τουλάχιστον αυτοί στο επέκεινα όπου βρίσκονται) «έχουν όλο τον χρόνο» στην διάθεσή τους, ξεκίνησα την έρευνά μου από το θέμα της καταγωγής του μυστηρήρωα. Πράγματι, ο Ισχόμαχος αναφέρεται κατά καιρούς ως Λαρισαίος,Μακεδόνας ή Θρακιώτης. Μικρή σημασία έχει αυτό για το πατριωτικό έργο του, άλλωστε για κάθε μεγάλη προσωπικότητα, πολλοί ερίζουν για την καταγωγή της. Όμως οι ιστορικοί ερευνητές παραπέμπουν ό ένας στον άλλον, με αποτέλεσμα να καθιερώνονται ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί. Για παράδειγμα, η κα Σπανού στο έγκριτο βιβλίο της για την Θεσσαλική Επανάσταση «Ιστορικά Ημιτόνια» (2021) δεν μπορεί να συμφωνήσει με τον ίδιο της τον εαυτό. Μακεδόνας ο Ισχόμαχος στην σελ. 27, με καταγωγή από την Στενήμαχο στην παραπομπή 73.
Η εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ την εποχή του θανάτου του Ισχόμαχου είχε πληροφορήσει τους αναγνώστες της πως «ο πατέρας του ήταν Λαρισαίος και μάλιστα γνωστός στην περιοχή επί Τουρκοκρατίας, γι΄αυτό και εξελέγη βουλευτής Λαρίσης». Κάτι τέτοιο άφησε να εννοηθεί και ο Σωκρ. Βαμβάκος, γραμματέας της Εταιρείας Ιστορίας και Λαογραφίας των Θεσσαλών για 40 χρόνια. Στο έκτακτο τεύχος-αφιέρωμα του περιοδικού ΘΕΣΣΑΛΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, που εκδόθηκε το 1935/39 για την 50ετηρίδα της απελευθέρωσης, περιλαμβάνει τον Ισχόμαχο στις Δέλτους των Θεσσαλών Αξιωματικών. Αυτό αργότερα άλλαξε, στο επόμενο επετειακό αφιέρωμα της 80ετηρίδος. Μόνο εάν οι Θεσσαλοί εισφέρουν με πρόσθετα στοιχεία, η εκδοχή αυτή μπορεί να επανεξεταστεί.
Μέχρι την δεκαετία του 1960, η κρατούσα εκδοχή για την καταγωγή του ήταν Μακεδόνας. Αυτό ξεκίνησε πάλι από δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής της Θεσσαλικής Επανάστασης. Όταν ο Ισχόμαχος αναχώρησε για την επαναστατική πορεία του, τρεις εφημερίδες των Αθηνών (ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ, ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ και ΕΦΗΜΕΡΙΣ) ενημέρωσαν τους αναγνώστες τους πως «ο Μακεδόνας λοχαγός Ισχόμαχος παραιτήθηκε από την θέση του και προχώρησε για την απελευθέρωση της φιλτάτης πατρίδας του». Οι σοβαροί ιστορικοί, όπως ο Ευ. Κωφός, που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την Θεσ. Επανάσταση, ως Μακεδόνα τον αναφέρουν. Και αυτό γράφει και ο ίδιος στο σχετικό λήμμα της Ιστορίας τού Ελληνικού Έθνους της ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ του 1977, ίσως της πλέον έγκριτης ιστορικής πηγής. Περιέργως, όλοι οι λεπτομερείς επικήδειοι λόγοι στις εφημερίδες την εποχή του θανάτου του, το 1888, αγνοούν χαρακτηριστικά το πιο συνηθισμένο στοιχείο σε μια νεκρολογία, αυτό της καταγωγής.
Ως Μακεδόνα τον αναφέρει και ο πλέον αναγνωρίσιμος καθηγητής Ιστορίας Ιάκ. Μιχαηλίδης, σήμερα πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Στο αφιέρωμα για τον Παύλο Μελά της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ (7 ΗΜΕΡΕΣ) το 2004 επαναλαμβάνει: «…ο Μακεδόνας στην καταγωγή Κ. Ισχόμαχος…». Χωρίς να αμφισβητώ προσώρας την Μακεδονικότητα τού ήρωά μας, ερώτησα τον καθηγητή και με τίμησε με την απάντησή του: «…πέραν των γνωστών αναφορών, δεν έχουμε πρόσθετα τεκμήρια, εάν κάτι υποπέσει στην αντίληψή μου, θα σας το μεταφέρω». Τον ευχαριστώ και από την θέση αυτή.
Με βάση όμως τον ισχυρισμό περί Μακεδονικής καταγωγής του Ισχομάχου γράφονται θεματικές διατριβές και πανεπιστημιακές εργασίες (π.χ. Ελ. Κατσιώπη, ΑΠΘ 2020), οι οποίες με την σειρά τους μετατρέπονται σε πηγή πληροφόρησης και αναφοράς για τους επόμενους ιστορικούς ερευνητές. Αυτός βέβαια είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος προόδου καθε επιστήμης, αρκεί όμως να μην θεωρούνται θέσφατα, χωρίς τεκμηριωμένο αντίλογο. Στο κάτω-κάτω, ποτέ δεν έβλαψε λίγο παραπάνω δημοσιότητα -έστω και με ελεγχόμενες ανακρίβειες- για έναν παραμελημένο ήρωα, όπως ο Ισχόμαχος.
Τί σημαίνει όμως «καταγωγή»; Αυτό που όλοι μας αντιλαμβανόμαστε ως καταγωγή είναι το «από πού κρατάει η σκούφια» καθενός μας, δηλαδή την γεωγραφική προέλευση και το γένος των γονέων και των παππούδων μας. Αυτό το «γένος μητρός/πατρός» που σιωπηλά έχει εξαφανιστεί από τις ταυτότητες και τις «υπεύθυνες δηλώσεις του νόμου 105». Και έχει αντικατασταθεί από το τελείως ανούσιο τυπικό στοιχείο του «επωνύμου μητρός/συζύγου». Ένα ακόμη συνειδητό και στοχοθετημένο θύμα, αν και με εύσχημο τρόπο, της ανιστόρητης παγκοσμιοποιημένης «σούπας».
Ερχόμαστε στην εκδοχή περί Θρακιώτικης καταγωγής. Στο αφιέρωμα των ΘΕΣΣΑΛΙΚΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ του 1965 υπάρχει μια πρώτη, σχετικά σύγχρονη, αναφορά για έναν επιστολογράφο της εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ, που, το 1962, παραπέμπει στην Στενήμαχο της Θράκης ως τόπο καταγωγής του Ισχόμαχου. Λαμπρό πεδίο έρευνας. Μέσα από τα δύο έγκριτα Θρακιώτικα επιστημονικά περιοδικά του 20ου αιώνα, ΤΑ ΘΡΑΚΙΚΑ και το ΑΡΧΕΙΟΝ ΘΡΑΚΗΣ, εντοπίζω πολλαπλές αναφορές σε οικογένεια Ισχομάχων από την Φιλιππούπολη. Πράγματι, αναφέρεται κάποιος «Ισχόμαχος που κατέβηκε στην Αθήνα μετά την Επανάσταση του 21, δικηγόρησε και, μάλιστα, είχε έναν γυιό στρατιωτικό, που αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Συντ/χη Ιππικού».
Αποδείχθηκε πως δεν ήταν δύσκολο για μένα να ανασυστήσω το βιογραφικό του Γεώργιου Κ. Ισχόμαχου, δικηγόρου, δικαστικού και προξένου. Δεν προκύπτει ουδεμία άμεση σχέση με τον μυστηρήρωά μας, αν και -λόγω της απόλυτης σπανιότητας του επωνύμου των- η συγγενική καταγωγή τους από την Φιλιππούπολη της Θράκης ενισχύεται. Απορρίπτονται όμως οι ισχυρισμοί των ερευνητών περί «δικαστικού πατρός», που διακοσμούν διπλωματικές εργασίες και βικιπέδεια. Ταυτόχρονα δικαιολογούν παρεξηγήσεις ορισμένων ιστοριοδιφών, όπως του σοβαρότατου κ. Ν. Παπαθεοδώρου από την Λάρισα, που επιμένει μέχρι και πρόσφατα να αναφέρεται στον Κ.Ισχόμαχο ως «λοχαγό Ιππικού». Με αποτέλεσμα ο «δικός μας» να περιστρέφεται μέσα στον τάφο του και μαζί του να δυσανασχετεί ολόκληρο το σώμα του Πυροβολικού. Να σημειώσω πως για τον στρατιωτικό γυιό του δικαστικού Γεωργίου Ισχομάχου περιέργως δεν βρίσκουμε ουδεμία αναφορά στα στρατιωτικά και πολιτικά αρχεία. Αποκλείεται όμως υπό των πραγμάτων να πρόκειται περί του μυστηρήρωα λόγω ηλικίας. Το 1856, που οι Φιλιππουπολίτες επικοινωνούν μέσω του Μητροπολίτη τους Χρύσανθου με τον μετέπειτα «Συντ/χη Ιππικού», ο ήρωάς μας Κων/νος Ισχόμαχος είναι ακόμη έφηβος.
Η απόσταση Φιλιππούπολης-Στενημάχου δεν είναι παρά 19 χλμ. Η επτάλοφος Φιλιππούπολη, προπύργιο των αρχαίων Μακεδόνων στην Θράκη, διετέλεσε πολυ-εθνοτική και σαφώς κάποιοι Έλληνες κάτοικοι της θα είχαν διατηρήσει και μακεδονική συνείδηση.Άλλωστε, στην Στενήμαχο διατηρούσαν ανέκαθεν οι Φιλιππουπολίτες τις αγροικίες και τις αγροτικές εγκαταστάσεις τους. Δεν μπορούμε να απορρίψουμε το ενδεχόμενο ο Κ. Ισχόμαχος να ήρε και Μακεδονική καταγωγή εκ μητρός. Το όνομα «Φιλώτας» του δευτερότοκου αδελφού του σε μακεδονικές ρίζες παραπέμπει.
Το αδιαφιλονίκητο όμως στοιχείο για την Θρακική καταγωγή του προέρχεται από την πλέον υπεύθυνη πηγή. Ο Ζιτσαίος στην καταγωγή Μιχάλης Χρυσοχόος, που είχε αναπτύξει στενή προσωπική σχέση με τον Κων/νο Ισχόμαχο, μάς ξεκαθαρίζει στα οιονεί απομνημονεύματά του (1921): «…ο νεαρός και ζωηρός εκ Στενημάχου αξιωματικός Κων. Ισχόμαχος…». Η πληροφορία που μας παραδίδει δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, όταν μάλιστα προέρχεται από τον γεωγράφο «πατέρα» της ελληνικής χαρτογραφίας του 19ου αιώνα, που έχει περπατήσει όλη την Θεσσαλία, Μακεδονία και Ήπειρο. Θρακιώτικη οικογένεια λοιπόν οι Ισχόμαχοι, ίσως με μακεδονικές ρίζες, με καταγωγή από την Στενήμαχο. Τι μυστηρ-οικογένεια θα ήσαν άλλωστε, αν δεν φρόντιζαν το μοναδικό και περίεργο επώνυμό τους να παραπέμπει ετυμολογικά και ηχητικά στην καταγωγή τους!
Περνάμε στο εξ ίσου παράδοξο γεγονός τού να μην γνωρίζουμε το πατρώνυμο του μυστηρήρωά μας. Και μάλιστα, όχι μόνο να το αγνοούμε αλλά και να μην εντοπίζεται ουδεμία αναφορά για αυτό σε κανένα γνωστό επίσημο έγγραφο. Τα περί «Γεωργίου» ήδη τα απορρίψαμε. Η επόμενη αυθαίρετη αναφορά κάνει λόγο για «Ιωάννη». Ο συνήθως τεκμηριωμένος ιστορικός ερευνητής της Λάρισας Αλεξ. Γρηγορίου ξεκινά τα ιστορήματά του με την διαβεβαίωση για τον Ισχόμαχο: «Πρωτότοκος γυιός του Ιωάννη και της Καλυψούς, με καταγωγή από την Μακεδονία, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1838». Προειδοποιώ πως στο τέλος της ομιλίας μου, μόνο τα περί Καλυψούς θα μπορούμε να κρατήσουμε. Παρομοίως και στην διαδικτυακή περιγραφή της περσινής εκδήλωσης εδώ, το αρχικό γράμμα «Ιώτα» χρησιμοποιείται σαν πατρώνυμο. Δεν γνωρίζω την βάση της υπόθεσης αυτής. Ίσως παρασύρονται από το όνομα του πρωτότοκου γυιού τού Κων/νου Ισχόμαχου κάνοντας το συνηθισμένο νοητικό άλμα περί ενδοοικογενειακής ονοματοδοσίας. Στην περίπτωσή μας όμως είναι άστοχο.
Θεωρητικά το πατρώνυμο ενός βουλευτή, αντιπροέδρου της Βουλής, στρατιωτικού, ήρωα-επαναστάτη, απόφοιτου και καθηγητού της Σχολής Ευελπίδων και λαοφιλούς προσωπικότητας δεν θα μπορούσε να είναι άγνωστο. Και όμως. Σας διαβεβαιώ πως δεν εμφανίζεται πουθενά. Η αναζήτησή μου στην Βιβλιοθήκη της Βουλής ανέδειξε ότι, όπως με διαβεβαίωσε ο πάντοτε εξυπηρετικός κ. Σ. Λεβέντης, «δεν υπάρχουν βιογραφικά σημειώματα για τους βουλευτές προ του 1974 και οι πληροφορίες αντλούνται από τις εφημερίδες κατά περίπτωση». Ανάλογη και η εικόνα στα Πρακτικά της Βουλής, το πατρώνυμο απουσιάζει.
Ίσως η στρατιωτική γραφειοκρατία να βοηθούσε την αναζήτησή μου. Δυστυχώς. Μητρώο Διαταγών με τις βαθμολογικές μεταβολές δεν υπάρχει για την εποχή εκείνη, ούτε και αντίστοιχος φάκελλος στην Υπηρεσία Αρχείων του Στρατού. Εναλλακτική λύση το διάβασμα των επίσημων Φύλλων της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ). Μια ενδιαφέρουσα ενασχόληση ενός ιστοριοδίφη για τις βαρετές Χριστουγεννιάτικες διακοπές του, αντί να διαβάζει τηλεφωνικούς καταλόγους. Πράγματι, εκεί συναντούμε όλη την βαθμολογική εξελιξη του Ισχόμαχου καθώς και τις παρασημοφορήσεις του. Όνομα πατρός όμως δεν συναντούμε.
Η έρευνά μου για τους αποφοίτους της Σχολής Ευελπίδων τον εντοπίζει στην «Επετηρίδα Αξιωματικών 1828-1912», έκδοση του 1996. Η κα Βομπίρη στην βιβλιοθήκη της Δ/νσης Ιστορίας Στρατού εμπνέεται από το μοναδικά περίεργο επώνυμο του Ισχομάχου και με καθοδηγεί. Τα στοιχεία όμως που αναφέρονται εκεί, ειδικά για τον μυστηρήρωα, συμβαίνει να είναι ελλειπή. Ημερομηνίες εγγραφής/αποφοίτησης, πενιχρές πληροφορίες στρατιωτικής εξέλιξης, ανύπαρκτος φάκελλος Μητρώου. Λες και ο Κων. Ισχόμαχος παρέμεινε ένας άκαπνος ανθυπασπιστής μετά την αποφοίτησή του. Όσο για όνομα πατρός, μια μεγαλοπρεπής «παύλα».
Ώρα να ανοίξουμε τα μάτια μας όλοι οι ερευνητές και κυρίως, αυτοί που παραπέμπουν με αποσπάσματα από το στρατιωτικού περιεχομένου σύγγραμμα του Ισχόμαχου. Μία «Μελέτη επί της Στρατιωτικής Οργανώσεως της Ελλάδος», ιδιωτική έκδοση του 1880. Το ονοματεπώνυμο τού συγγραφέα μπορεί να εμφανίζεται χωρίς πατρώνυμο στο εξώφυλλο και το εσώφυλλο. Όμως ο ίδιος αυτοσυστήνεται ως «Κωνσταντίνος Δ. Ισχόμαχος» υπογράφοντας τον πρόλογο και καταρρίπτοντας κάθε άλλη από τις υπάρχουσες εκδοχές. Μάλλον την ίδια παρατήρηση για το αρχικό γράμμα «Δέλτα» υιοθετεί και η Μ. Σπανού στο ιστορικό πόνημά της.
Μήπως πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους; Κάθε ερευνητής που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να αναζητήσει μια δεύτερη ανεξάρτητη πηγή για επιβεβαίωση. Και την εντοπίζω, ίσως σε μια από τις τελευταίες επιστολές του ως Επιτελάρχης τον Μάρτιο του 1888. Την απευθύνει προς την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκεί και η ιδιόχειρη υπογραφή του «Κ.Δ. Ισχόμαχος». Παρόμοια και η υπογραφή τού αδελφού του Φιλώτα, προξένου τότε στην Μασσαλία, πάλι προς το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο: «Φ.Δ. Ισχόμαχος».
Αντε τώρα να βρεις σε τί πατρώνυμο μεταφράζεται αυτό το «Δέλτα». Διονύσιος, Δημήτριος, Δημοσθένης ή θρακιώτης Δημόκριτος; Δύσκολη η απάντηση στο γυμνασιακό λογοπαίγνιο «Τα παιδιά του Ισχομάχου ποιόν είχανε πατέρα», κυρίως διότι έχουν εξαντληθεί οι πιθανές πηγές. Αναζήτησα μάλιστα το προφανές και συγκέντρωσα τις Ληξιαρχικές Πράξεις Θανάτου της μητέρας του Καλυψούς, του αδελφού του Φιλώτα και της συζύγου του Ιουλίας από τον Δήμο Αθηναίων. Εκτός από ανακριβή βιογραφικά στοιχεία, ατυχώς δεν αναφέρουν το περιζήτητο πατρώνυμο.
Η βιογράφηση του αδελφού του Φιλώτα ίσως οδηγήσει σε κάποιο αποτέλεσμα. Ο Φιλώτας έζησε στην σκιά του μεγαλύτερου αδελφού. Προσπάθησε να εμπλακεί εθελοντικά σε πολεμικές κινητοποιήσεις. Εθελοντής στον Γαλλοπρωσσικό Πόλεμο του 1870, φέρεται να συμμετείχε στην Θεσσαλική Επανάσταση και στον άτυχο ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Η δόξα, που ίσως ανέμενε, δεν ήλθε από εκεί. Με νομικές σπουδές, ακολούθησε διπλωματική καρριέρα ως πρόξενος, προτού διαδεχθεί τον αδελφό του ως βουλευτής Λαρίσης μετά τον θάνατό του. Η εμπλοκή του σε επιχειρηματικές δραστηριότητες τον οδήγησε σε παρόμοιο άδοξο τέλος με τον Κωνσταντίνο. Στα πλαίσια τής έρευνάς μου, έχω ανασυστήσει μεγάλο μέρος της ζωής του.
Από αυτόν ήλθε και η πρώτη απάντηση στα περί πατρωνύμου. Βρίσκουμε τον Φιλώτα να εγγράφεται στο Πανεπ. Χαϊδελβέργης το 1863. Ακόμη και εκεί το όνομα πατρός (έμπορος στην Βράϊλα της Βλαχίας) απουσιάζει. Ακολουθεί μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπ. Aix-Μασσαλίας. Η μεταπτυχιακή του διδακτορική διατριβή, το 1870, είναι αυτή που θα με πληροφορήσει για πρώτη φορά περί του πατρωνύμου τους: «Φιλώτας Δημητρίου Ισχόμαχος». Επόμενο στάδιο, η διασταύρωση της πληροφορίας.
Πότε και πού γεννήθηκε; Όλοι, παντού, αναφέρουν «στην Αθήνα το 1838». Πάλι οι εφημερίδες είναι η εύκολη και παραπλανητική πηγή. Γράφει η ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ: «… ανυψωθείς εις τον βαθμόν του αντισυνταγματάρχου, ενώ μόλις υπερέβαινε το πεντηκοστόν έτος». Ωραίος και βολικός στρόγγυλος αριθμός. Πενήντα χρόνια πριν τον θάνατό του (1888) δίδει το 1838. Και ο ένας ιστορικός αντιγράφει τον άλλον και κατοχυρώνεται μια ακόμη ανακρίβεια. Μα, όποιος θελήσει να κάνει πρωτογενή έρευνα σε εκείνη την επετηρίδα των αποφοίτων της Σχολής Ευελπίδων θα παρατηρήσει ότι, αντίθετα με την απουσία πατρωνύμου, υπάρχει φαρδιά-πλατιά μια ημερομηνία γέννησης: «10 Ιουνίου 1840». Ακόμη και ανακριβής να είναι, διότι συμπίπτει με το ελάχιστο όριο ηλικίας των 14 ετών για την εγγραφή στην ΣΣΕ, εν τούτοις αρκεί για να κλονίσει μια ατεκμηρίωτη βεβαιότητα.
Στο σημείο αυτό εισέρχεται η Σίφνος. Κατά τον υγειονομικό εγκλεισμό τού 2020, ανέλαβα, για λογαριασμό του Συνδέσμου Σιφνίων, την ψηφιοποίηση όσων από τα ιστορικά Βιβλία Ληξιαρχείου της Σίφνου είχαν επιβιώσει μέχρι τις μέρες μας. Με δικό μου μεράκι και τεχνική γνώση υλοποίησα το έργο αυτό. Η έρευνά μου στα Ληξιαρχεία Σίφνου ουδέν απέδωσε αρχικά για κάποιον Ισχόμαχο, μάλλον όμως αυτό οφείλεται στην πενία εγγραφών στα επίσημα Μητρώα Αρρένων για την περίοδο προ του 1880.
Ενδιαφέρουσα παρένθεση. Το σύστημα στρατολόγησης μέχρι το 1878 ήταν αυτό της Κληρουχίας. Τα ονόματα των αρρένων άνω των 18 ετών έμπαιναν στον κλήρο και οι κληρωθέντες θα πήγαιναν να υπηρετήσουν την πατρίδα. Αν βέβαια δεν φρόντιζαν να είναι «αγνώστου διαμονής» στη Κων/λη ή στο εμπορικό ναυτικό, οπότε ο Έπαρχος και οι χωροφύλακες θα τους αναζητούσαν για τα περαιτέρω. Υπήρχε όμως και «παραθυράκι» στο σύστημα, διότι οι εύποροι μπορούσαν να στείλουν κάποιον με τα αντίστοιχα προσόντα για να υπηρετήσει στην θέση τους. Αυτόν τον ρόλο εξυπηρετούσαν ανέκαθεν τα Μητρώα Αρρένων, μαζί με τα Μητρώα Υποζυγίων για την επίταξη όνων και ημιόνων σε καιρό πολέμου.
Ο νέος νόμος ΨΙΣΤ’ του 1878 επί Τρικούπη αλλάζει άρδην το σύστημα στρατολόγησης. Η θητεία γίνεται προσωποπαγής για τους άνω των 21 ετών και μέχρι την ηλικία των 40 ετών υπέχουν υποχρέωση θητείας, εφεδρείας και εθνοφυλακής. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση τού νέου συστήματος ήταν το ξεκαθάρισμα του παρελθόντος. Δίδεται εντολή στις κατά τόπους Νομαρχίες, οι επί μέρους Δήμοι των Επαρχιών να συντάξουν μέσα στο 1879 Καθολικά Μητρώα Αρρένων. Τα συγκεντρωτικά αυτά Μητρώα έχουν και διαφορετική δομή. Εμφανίζουν αλφαβητικά και αριθμημένους όλους τους άρρενες σε ηλικιακή κατάταξη. Αυτούς δηλαδή που έχουν συμπληρώσει την χρονιά εκείνη (1879) τα 40 έτη, τα 39 έτη, τα 38 έτη και ούτω καθ’ εξής μέχρι την ηλικία του ενός έτους. Και σε αυτό της Σίφνου με ημερομηνία 6 Δεκεμβρίου 1879, που φέρει όλες τις επίσημες σφραγίδες και υπογραφές του Ειρηνοδίκη και του Δημαρχεύοντος, έκανα και την μεγάλη ανακάλυψη για τον Ισχόμαχο.
Στην αριθμημένη σελίδα #7, προτελευταία εγγραφή της σελίδας, με αύξοντα αριθμό άρρενος #73, στον κατάλογο αυτών που έχουν ηλικία τα 38 έτη και άρα γεννηθέντες το 1841, επώνυμο και όνομα «Ισχόμαχος Κωνσταντίνος», όνομα του πατρός αυτού «Δημήτριος», χωρίον νομίμου εγκατάστασης ή καταγωγής «Εξάμπελα Σίφνου».
Όπως είχα προειδοποιήσει, μετά την ομιλία μου αυτή, σχεδόν μόνον το όνομα μητρός θα μπορούσαμε να κρατήσουμε από τα βιογραφικά στοιχεία του Κων/νου Ισχόμαχου. Φυσικά η γέννησή του στην Σίφνο δύσκολα μπορεί να τον κάνει και «Σιφνιό» εκ καταγωγής. Με την επιφύλαξη βέβαια του εκ μητρός γένους του. Ίσως η Καλυψώ να ήταν και Σιφνιά, για την ώρα όμως δεν έχουμε κάποια πληροφορία επ’ αυτού. Άλλωστε στο ίδιο Καθολικό Μητρώο Αρρένων της Σίφνου δεν ανευρίσκουμε εγγραφή για τον αδελφό του Φιλώτα. Μάλλον μετακόμισαν στην Αθήνα. Στην εγγραφή του στο Πανεπ. Χαϊδελβέργης το 1863 έχει δηλωθεί ως «γεννηθείς στην Αθήνα», αν και «κάτοικος Βράϊλας Βλαχίας». Βρίσκουμε όμως στην επόμενη σελίδα του Μητρώου Αρρένων την γέννηση του Γεωργίου, πρωτότοκου γυιού του Ιωάννη Προβελλέγγιου.
Και εδώ ξεκινά ο παράλληλος βίος των Προβελέγγιων και των Ισχομάχων, που θα συνοδεύσει τον μυστηρήρωα μέχρι το τέλος της ζωής του. Αλλά και αργότερα αφού η σύζυγός του, Ιουλία, είναι η πρωτότοκη θυγατέρα του Ιωάννη Προβελέγγιου και τα τρία παιδιά τους (Ιωάννης, Έλλη και Μαρία) εγγόνια του.
Σύντομη παρέκβαση για τους Προβελέγγιους διότι έχουν και έμμεση συμμετοχή στην Θεσσαλική Επανάσταση. Ο Ιωάννης Προβελέγγιος ήταν τραπεζικός στο Βουκουρέστι. Ο Δημήτριος Ισχόμαχος ξέρουμε πως ήταν έμπορος στην Βράϊλα της Βλαχίας. Ίσως οι φιλικές και επιχειρηματικές τους σχέσεις να χρονολογούνται από εκείνη την περίοδο. Φαίνεται πως επιστρέφουν μαζί στην Ελλάδα. Ο πλούσιος Προβελέγγιος εγκαθίσταται στην Σίφνο, παντρεύεται την Αικατερίνη, πρωτότοκη κόρη του Νικ. Χρυσόγελου, τότε δημάρχου και πρώτου υπουργού Παιδείας του Καποδίστρια. Πρώτο παιδί από τα συνολικά επτά, ο Γεώργιος το 1841. Ο πατέρας Ισχόμαχος έχει ήδη παντρευτεί ή παντρεύεται εκεί με την Καλυψώ. Πρώτο παιδί τους από τα δύο, ο Κωνσταντίνος, επίσης την ίδια χρονιά, το 1841. Η σχέση των δύο οικογενειών μοιάζει να συνεχίζεται. Ο Φιλώτας Ισχόμαχος γράφεται την ίδια χρονιά (1863) και στην ίδια Σχολή Νομικής με τον Γεώργιο Προβελέγγιο στην Γερμανία. Λογικά θα συγκατοίκησαν εκεί. Παραμένει περίεργο το γεγονός ότι, 25 περίπου χρόνια αργότερα, ο γερο-Προβελέγγιος θα παντρέψει την πρωτότοκη κόρη του Ιουλία με τον ήρωά μας. Αυτό οδηγεί στην απόρριψη μιας τυχαίας σύμπτωσης. Την δεύτερη του κόρη θα την παντρέψει με γυιό πρωθυπουργού της οικογένειας Κανακάρη-Ρούφου στην Πάτρα. Άρα δεν θα επιφύλασσε χειρότερη τύχη για την πρωτοκόρη του. Συνεπώς, δικαιούμαστε να εικάσουμε κάποια στενή οικονομική σχέση του Ιωάννη Προβελέγγιου με τον Δημήτριο Ισχόμαχο, που εξελίχθηκε σε οικογενειακή (συμπέθεροι).
Ο γέρο-Προβελέγγιος είναι ειδική περίπτωση. Πλούσιος και με «άκρες». Ο αδελφός του Κωνσταντίνος Προβελέγγιος είναι μεγάλη νομική προσωπικότητα της Ελλάδας. Βουλευτής, Γερουσιαστής, Υπουργός σε 4 διαφορετικά υπουργεία, Σύμβουλος Επικρατείας και Γενικός Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Και το κυριώτερο, έμπιστος φίλος και «δεξί χέρι» του Βασιλέα Όθωνα, με διαχρονική νομική προσφορά και επί Γεωργίου Α’. Μαζί τα δύο αδέλφια συνιστούν την επιτομή αυτού που θα ονομάζαμε σήμερα «πολιτική διαπλοκή». Χωρίς όμως να αποτελούν ούτε την εξαίρεση για την εποχή εκείνη, ούτε οι πράξεις τους να εκφεύγουν της νομότυπης λειτουργίας. Με την βοήθεια του αδελφού του, ο γερο-Ιωάννης Προβελέγγιος αναλαμβάνει Δήμαρχος Σίφνου για πάνω από 18 χρόνια. Παράλληλα πολιτεύεται και «εκλέγεται» 8 φορές Βουλευτής Μήλου/Σίφνου. Στην Σίφνο της εποχής εκείνης ασκεί φεουδαρχική εξουσία, αν και κατ’ουσίαν ζει στην Αθήνα για μεγάλα χρονικά διαστήματα λόγω των βουλευτικών καθηκόντων του. Αν τον ονομάσεις «φεουδάρχη και τσιφλικά», μάλλον για φιλοφρόνηση θα το εκλάβει.
Και αυτό γιατί το 1852 αγοράζει σε πλειστηριασμό της Φιλεκπαιδευτικής ένα αγροτικό τσιφλίκι στα δυτικά προάστια του Ζητουνίου (Λαμία). Περιλαμβάνει τα χωριά Καλύβια και Σουλάκι, αγροικίες και αποθήκες. Το τσιφλίκι αυτό και η μετέπειτα άδεια μετάλλευσης χρωμίτη θα σημάνουν και το τέλος της ζωής του. Σύμφωνα με τα ευρήματα από τα ΓΑΚ Φθιώτιδας (ευχαριστώ την κα Βακιρτζιδέλη), πεθαίνει στην Λαμία το Δεκέμβριο του1875 από αιματουρικό πυρετό. Θα τον κηδεύσουν εκεί ο γαμβρός του Κων/νος Ισχόμαχος με την σύζυγό του Ιουλία και ο πρωτότοκος γυιός του Γεώργιος. Το τσιφλίκι περιέρχεται στους κληρονόμους του. Δεν μπορεί να είναι απλή σύμπτωση πως την ίδια χρονική περίοδο, ο Ισχόμαχος έχει ξεκινήσει τις επαναστατικές προετοιμασίες στην περιοχή. Άλλωστε, για την συγκέντρωση του οπλισμού στην Λαμία, προτού προωθηθεί στις επαναστατημένες περιοχές (όπως προέβλεπε το σχέδιο), έχει ένα λιγότερο πρόβλημα επιμελητείας να επιλύσει. Τα υποστατικά του στο τσιφλίκι λογικά εξασφαλίζουν ασφάλεια και εμπιστευτικότητα για την αποθήκευση του οπλισμού. Και η οικονομική επιφάνεια τού γερο-Προβελέγγιου μαζί με την κοινωνική του θέση προσφέρουν και την ανάλογη κοινωνική αποδοχή στην Λαμία, το απώτατο προς βορράν σύνορο της τότε Ελλάδας.
Επανερχόμαστε στον μυστηρήρωά μας διότι πλησιάζει η κρίσιμη ώρα της εξέγερσης. Απόφοιτος της Γαλλικής Σχολής Πυροβολικού του Μετς, καθηγητής Πολεμικής Τέχνης και Στρατιωτικής Τεχνολογίας στην Σχολή Ευελπίδων έχει αναπτύξει τον στρατηγικό και οργανωτικό νου του. Έχει δημοκρατική πολιτική άποψη αφού συμμετείχε στην οργάνωση «Ρήγας Φεραίος», που πρωτοστάτησε στην μεταπολίτευση του 1862 και την εκδίωξη του Όθωνα. Δεν είναι άπειρος αφού, νεαρός αξιωματικός, είχε παρουσία και στην Κρητική Επανάσταση του 1866. Ιδρύει την μυστική οργάνωση «Αδελφική Ένωση» που θα μετεξελιχθεί στην «Αδελφότητα». Μαζί με την «Εθνική Άμυνα» συγκεντρώνουν χρήματα και υποστήριξη για τον σχεδιασμό των κατά τόπους επαναστατικών κινημάτων. Τα διαχειρίζεται η «Κεντρική Επιτροπή» υπό κρατική επίβλεψη, με τον Ισχόμαχο να ορίζεται Επιτελικός Αρχηγός σε αυτήν.
Γνωρίζει όμως, ως στρατιωτικός νους, ότι για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις δεν επαρκεί ο οπλισμός και το έμψυχο δυναμικό. Απαιτούνται και τα κατάλληλα εργαλεία με την μορφή τοπογραφικών αποτυπώσεων και επικοινωνιακών διαύλων. Για το δεύτερο, θα φροντίσει ο τηλέγραφος και οι κρυπτογραφήσεις. Για το πρώτο, η ζωή τού στέλνει τον Μιχ. Χρυσοχόο. Αυτοδίδακτος τοπογράφος και ένθερμος φιλόπατρις εγκατεστημένος στην Λάρισα, θα εξελιχθεί στον σημαντικότερο Έλληνα γεωγράφο και χαρτογράφο του 19ου αιώνα. Ακολουθώντας τις επιταγές του Ισχόμαχου, παραδίδει μέσα στην διετία 1875-1877 αναλυτικά τοπογραφικά διαγράμματα όλων των τουρκικών φρουρίων στην Θεσσαλία (Βόλου, Δομοκού, Φαρσάλων, Φαναρίου, Τρικάλων και Λάρισας). Φυσικά τοπογραφεί μία προς μία τις επίκαιρες θέσεις στην Θεσσαλία και όλα τα Στενά και διαβάσεις. Οι βλέψεις τού Ισχόμαχου επεκτείνονταν και στην Μακεδονία, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι του παρήγγειλε και τοπογραφική ανάλυση του δρομολογίου Θεσ/νίκης-Μοναστηρίου μέσω Γιαννιτσών και Φλώρινας. Αποκόρύφωμα της παραγωγής αυτής ο χάρτης της Θεσσαλίας σε υψηλή ανάλυση πληροφορίας και κλίμακα 1:125000, που παραδίδει ο Χρυσοχόος την 1η Ιανουαρίου 1878 με αφιέρωση στον Βασιλέα. Για σύγκριση, να σημειώσουμε πως οι τότε χάρτες της Θεσσαλίας του Γερμανού Kiepert ήσαν διαθέσιμοι σε αισθητά χαμηλότερη ανάλυση 1:500000, με περιορισμένη στρατιωτική χρησιμότητα. Ενώ, οι κατά παραγγελία χάρτες του Στρατιωτικού Επιτελείου στην Αυστρία -όταν βέβαια θα ετοιμάζονταν- θα υπολείπονταν αισθητά σε λεπτομέρεια πεδίου.
Λίγο πριν την έναρξη της Επανάστασης, ο Ισχόμαχος γνωρίζεται με έναν ακόμη άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του, που θα αποδειχθεί και πολύτιμος συνεργάτης. Ο Γεώργιος Φιλάρετος, εκδότης της εφημερίδας ΕΥΒΟΙΑ στην Χαλκίδα, θα συνοδεύσει τον Ισχόμαχο σε αρκετές επιτόπιες κατοπτεύσεις προετοιμασίας και θα τον ακολουθήσει σε όλη την διάρκεια των Επαναστατικών γεγονότων. Θα χειρισθεί τις κρυπτογραφικές κλείδες τηλεγραφικής επικοινωνίας με την κεντρική κυβέρνηση, θα στέλνει και θα δημοσιεύει ανταποκρίσεις από τα πολεμικά μέτωπα και θα φροντίζει να ενημερώνει την οικογένεια του Ισχομάχου σε τακτή βάση. Με σημαντική αυτόνομη πορεία, ο Φιλάρετος θα εξελιχθεί σε νομική αντιμοναρχική προσωπικότητα στην Αθήνα, θα εκλεγεί βουλευτής Βόλου μετά την απελευθέρωση και θα χρηματίσει και υπουργός Δικαιοσύνης. Στα απομνημονεύματά του «Σημειώσεις από του 75ου Υψώματος» (1924) και τα δημοσιεύματα της εφημερίδας του οφείλουμε πάμπολλες πληροφορίες για τον Ισχόμαχο και τα γεγονότα της Επαναστασης.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1878 όλα είναι έτοιμα για την έναρξη της Θεσσαλικής Επανάστασης. Ο κύβος θα ριφθεί στην οικία του Κουμουνδούρου με την παρουσία και του Τρικούπη. Το σχέδιο προέβλεπε το ξέσπασμα ταυτόχρονων επαναστατικών κινημάτων σε όλη την Θεσσαλία και την είσοδο του ελληνικού στρατού, χωρίς κήρυξη πολέμου, με την δικαιολογία της υποστήριξης και προστασίας των ντόπιου Ελληνικού πληθσμού από την εκδικητικότητα του τούρκικου στοιχείου και των ατάκτων «γκέκηδων και βαση-βουζούκων». Ο χρόνος θεωρείται ευνοϊκός διότι η οθωμανική αυτοκρατορία εξαντλείται στον Ρωσσο-τουρκικό πόλεμο και τα τούρκικα τακτικά στρατεύματα είναι εκεί απησχολημένα. Σε περίπτωση ευνοϊκών εξελίξεων, οι Προσωρινές Κυβερνήσεις ανά περιοχή θα εκήρυτταν την Ένωση με την Ελλάδα.
Ο Ισχόμαχος, με γραμματέα τον Ιγγλέση, αφικνείται με την ατμοημιολία ΣΥΡΟΣ στην Χαλκίδα, παίρνει μαζί του τον Φιλάρετο και ανεβαίνουν στην Σούρπη δίδοντας το σύνθημα για το ξέσπασμα της Επανάστασης και στο Πήλιο και τον Αλμυρό. Ήδη λαμβάνει με τον τηλέγραφο τις πρώτες αντικρουόμενες εντολές για επιστροφή και ακύρωση της προσπάθειας. Μαζί και απειλές για κήρυξη σε λιποταξία με δικαιολογία την παρουσία του εκτός Ελλάδος χωρίς επίσημη άδεια. Ο Ισχόμαχος ακολουθεί την φιλοπόλεμη γραμμή Τρικούπη και συνεχίζει την προσυμφωνημένη πορεία του. Η κατάσταση στην Αθήνα είναι χαώδης λόγω ακυβερνησίας, σε βαθμό που ο ελληνικός στρατός λαμβάνει εντολή εισβολής από τον ίδιο τον Βασιλέα Γεώργιο. Η Οθωμανική αυτοκρατορία ηττάται κατά κράτος και συνθηκολογεί. Οι Μ.Δυνάμεις πιέζουν και υπό την απειλή της καθόδου του τουρκικού στόλου στον Πειραιά. διατάσσεται οπισθοχώρηση και απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων. Αιματηρές διαδηλώσεις στην Αθήνα διαδέχονται την αρχική εθνική ομοψυχία. Ο Ισχόμαχος επιστρέφει στην Λαμία, όπου λαμβάνει μήνυμα με αγγελιαφόρο από τον Κουμουνδούρο για την εγκατάλειψη του επαναστατικού κινήματος. Και… «ο Ισχόμαχος προυχώρησεν!» μάς πληροφορεί ο Φιλάρετος.
Είναι ξεκάθαρο πως αν δεν είχε «προυχωρήσει» ο Ισχόμαχος δεν θα είχε υπάρξει η Θεσσαλική Επανάσταση. Μαζί του και άλλοι στρατιωτικοί συνοδοιπόροι, οπως ο Τερτίπης και ο Λάιος, επικεφαλής περίπου 170 κατωτέρων αξιωματικών και στρατιωτικών. Οι απειλές για κήρυξη σε λιποταξία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται γι αυτούς βαθμολογικά, δεν τους πτοούν. Άλλωστε αρκετοί από αυτούς δεν θα επέστρεφαν ποτέ, όπως ο ηρωικός επιλοχίας Λάϊος. Ενδεικτικό της συγκεχυμένης κατάστασης είναι πως στις 7 Φεβρουαρίου δημοσιεύεται στις εφημερίδες η υπ.αρ. 5295 διαταγή περί λιποταξίας του λοχαγού Ισχομάχου και τριών άλλων αξιωματικών ενώ, την αμέσως επόμενη ημέρα, 8 Φεβρουαρίου, ο Βασιλέας υπογράφει το Β.Δ. προαγωγής του Ισχομάχου σε λοχαγό Α’ τάξεως.
Η ανυπακοή και η προσχηματική απειθαρχία του Ισχόμαχου και των λοιπών συστρατιωτών του έχουν κατακριθεί ως «παθογένειες» από διάφορους ιστορικούς, κυρίως θηλυκού γένους (Κατσιώπη, Σπανού), αλλά όχι μόνο. Οφείλω να αντιδράσω παρατηρώντας ότι με «παθογένειες» αυτού του τύπου κερδίζονται οι απελευθερωτικές επαναστάσεις. Και όχι με την τυφλή υποταγή στην εκάστοτε κεντρική κρατική εξουσία, που έχει την δική της κατά κανόνα αδιάφανη «ατζέντα».
Τα επαναστατικά κινήματα στην ανατολική Θεσσαλία δεν ευοδώθηκαν παρά τον ηρωισμό και την αυτοθυσία των ντόπιων οπλαρχηγών και εθελοντών. Οι σύγχρονοι ανταποκριτές, όπως ο Πρόξενος της Ελλάδας στην Λάρισα Παλαμήδης, που είχε και την τακτική επίσημη επικοινωνία με την κεντρική κυβέρνηση, αποδίδουν την αποτυχία των τοπικών επαναστατικών κινημάτων στην έλλειψη ηγετικών φυσιογνωμιών με οργανωτική και στρατηγική θεώρηση. Την άποψη αυτή μοιάζει να υιοθετούν και σύγχρονοι ιστορικοί ερευνητές. Αυτό όμως αδικεί απολύτως τον Γενικό Αρχηγό της Θεσσαλικής Επανάστασης Κ. Ισχόμαχο και θα έπρεπε σαφώς να διαχωρίζουν την θέση του. Στην περιοχή όπου αυτός υπήρξε αρχηγός με οργανωτική εμπειρία και γνώση, με πολεμική τεχνική και στρατηγική θεώρηση, η Επανάσταση παρέμεινε ζωντανή και με στρατιωτικές επιτυχίες επί του πεδίου.
Ο Ισχόμαχος, έχοντας το αρχηγείο του εγκατεστημένο στρατηγικά στους χαμηλούς πρόποδες των Αγράφων, στον οικισμό Λουτρό, έχει την δυνατότητα οπτικού ελέγχου του Κάμπου προς τα ανατολικά και βόρεια, υποστηρίζεται από τον ορεινό όγκο σε περίπτωση αναγκαστικής οπισθοχώρησης και επιλέγει ο ίδιος τις εκάστοτε τοποθεσίες πολεμικής εμπλοκής. Αντιλαμβάνεται πλήρως τα ευαίσθητα σημεία του σε σχέση με πυρομαχικά, επιμελητεία και ανθρώπινο δυναμικό. Αποφεύγει περιττές αψιμαχίες και προσωρινές Πύρρειες μικρο-νίκες ερχόμενος αντιμέτωπος με τον δύσκολο να πειθαρχηθεί ενθουσιασμό των εθελοντικών σωμάτων και ντόπιων οπλαρχηγών. Επιδεικνύει αξιοπρόσεκτη αυτοσυγκράτηση. Όταν δεν βρίσκεται στο εκάστοτε μέτωπο, διαμένει σε μια καλύβη στο Λουτρό. Αυτός και οι άνδρες της φρουράς του διατρέφονται από τις 20 οικογένειες βλαχοποιμένων, που κατοικούν στον οικισμό αυτό και ο οποίος -για την ώρα- απουσιάζει ακόμη και από τους χάρτες.
Οι τούρκοι συγκεντρώνουν δυνάμεις τακτικού στρατού και ατάκτων από Καρδίτσα, Παζαράκι και άλλα μέρη, έρχονται και ενισχύσεις από γειτονικές περιοχές. Ο Ισχόμαχος, για λόγους στρατηγικής και μετά την επιμονή των άλλων στρατιωτικών, επιλέγει να τους αντιμετωπίσει στους γεωφυσικά περίεργους λόφους έξω από την Ματαράγκα. Οι τουρκικές δυνάμεις, με 4 πασάδες στην διοίκηση, αριθμούν περί τις 4000 πεζών πλέον 800 ιππέων, αναμένουν και την άφιξη του βαρύτερου πυροβολικού από Λάρισα. Ο Ισχόμαχος ακροβολεί τις δυνάμεις τών περίπου 800 ανδρών του στρατηγικά στους γύρω λόφους.και υψώματα. Η μάχη της Ματαράγκας θα ξεκινήσει στις 5 το πρωί και θα κρατήσει 15 ώρες μέχρι τις 8 το βράδυ.
Ο Σμυρναίος δημοσιογράφος, ένθερμος πατριώτης και με δικό του εθελοντικό σώμα, Μιλτ. Σεϊζάνης αποτυπώνει μια χαρακτηριστική σκηνή στα απομνημονεύματα από την «Θεσσαλική Επανάσταση του 1878», που θα δημοσιεύσει την ίδια χρονιά. Ο Ισχόμαχος, περιστοιχισμένος από την φρουρά του, ατάραχος και άγρυπνος, παραμένει στην κορυφή του λόφου, επιβλέπει την διεξαγωγή της μάχης δίνοντας τις κατάλληλες προσταγές, ενώ δίπλα του οι σφαίρες φονεύουν τους βλαχοποιμένες. Σε κάθε εκπυρσοκρότηση, αναφωνεί «Πάρετε, Τούρκοι, Τσελιγκάτο» !
Ο Φιλάρετος στην δική του ανάμνηση των ημερών προσθέτει και ένα άγνωστο σκηνικό, όπως το εδιηγείτο η Ιουλία πολλές φορές χρόνια αργότερα. Στην Αθήνα, όπου ο Ισχόμαχος είχε αφήσει μητέρα, σύζυγο και τρία μικρά παιδιά ηλικίας από ενός έως τεσσάρων ετών, στις 4 η ώρα το πρωί την ημέρα της μάχης, η Ιουλία σε κατάσταση ημιεγρήγορσης βλέπει μια οπτασία. Ο σύζυγός της, καβάλα στ’ άλογο, ντυμένος με την «μεγάλη» επίσημη στολή, της κτυπά το παράθυρο του υπερυψωμένου ισογείου της κατοικίας τους. Αυτή ανοίγει και τον «βλέπει» να της λέει: «Αντίο Ιουλία, αντίο παιδιά μου, σας αποχαιρετώ». Τρελλαίνεται η Ιουλία από την «ζωντανή» εμπειρία, φωνές, κραυγές σε βαθμό παραφροσύνης, τόσο που αναγκάζονται να καλέσουν τον γιατρό. Την μεθεπομένη φθάνει τηλεγράφημα του Φιλάρετου. Εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί την ψυχική κατάσταση των δύο γυναικών αυτές τις ημέρες που μεσολάβησαν, όπως και την στιγμή που φθάνει το μαντάτο: «Μετά αιματηράν μάχην, Κωστάκης υγιαίνει». Ανακούφιση. Μετά την επιστροφή του Ισχομάχου, ερωτήθηκε και αυτός για εκείνο το πρωινό και επιβεβαίωσε. Πράγματι, στις 4 η ώρα το πρωί, φόρεσε την μεγάλη επίσημη στολή τού λοχαγού με την οποία, αν και τυπικά επαναστάτης, ήθελε και να πεθάνει, ανέβηκε στο άλογο, φίλησε το περίαπτο-φυλαχτό που του είχε δωρίσει η Ιουλία και αποχαιρέτησε την οικογένειά του με τις ίδιες ακριβώς λέξεις, αυτές που οραματίστηκε η Ιουλία 350 χιλιόμετρα μακριά.
Τέτοια φαινόμενα «τηλαισθησίας» εντυπωσιάζουν μεν τον Φιλάρετο αλλά ταυτόχρονα μάς κάνουν να σκεφθούμε πως το θρησκευτικό μυστήριο του γάμου δεν είναι απλώς μια κοινωνική σύμβαση, που μπορεί εύκολα να επεκταθεί με όσα αισχρά και οικτρά υιοθετούνται στις μέρες μας. «Και έσονται οι δύο εις σάρκαν μίαν» διαβάζει ο ιερέας.
Οι Ελληνικές απώλειες από την μάχη της Ματαράγκας ανέρχονται σε 35 θύματα, ενώ των Τούρκων περίπου στους 800, από τους οποίους 200 ιππείς. Γράφει ένας αυτόπτης μάρτυρας: «… δεν έφθαναν τα επιταγμένα βωδάμαξα από τα μη επαναστατημένα χωριά για να τους μεταφέρουν». Τα πυρομαχικά των Ελλήνων εξαντλήθηκαν κι ας έφθασαν ενισχύσεις 1500 ανδρών. Οι Τούρκοι αναμένουν την άφιξη των Κρουπ πυροβόλων και οι ανταποκριτές προαναγγέλουν «η μάχη επαναληφθήσεται».
Δεν θα χρειασθεί όμως. Οι δυτικές Μ. Δυνάμεις έχουν μπροστά τους μια δύσκολη διαπραγμάτευση. Να αντιστρέψουν την λεόντειο για τον πανσλαβισμό Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου και να διασώσουν την Οθωμανική αυτοκρατορία από τις Ρωσσικές κατακτήσεις. Με την απειλή πανευρωπαϊκού πολέμου και την βαρύνουσα εμπλοκή του Βίσμαρκ, συγκαλείται το Συνέδριο του Βερολίνου. Η φιλοτουρκική πολιτική της Αγγλίας, που έχει ήδη στοχοθετήσει την απόκτηση της Κύπρου, θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να κλείσει η χαίνουσα πληγή στην Θεσσαλία. Έτσι, οι πρόξενοι των Μ.Δυνάμεων θα αναγκαστούν να υποσχεθούν αμνηστεία στους επαναστατημένους για λογαριασμό των οθωμανών και στην συνέχεια να ταξιδέψουν από τον Βόλο στην Δυτική Θεσσαλία. Εκεί θα συναντήσουν στο Λουτρό την «Προσωρινή Κυβέρνηση των Αγράφων και του Κάμπου».
Με προεξάρχοντες δύο γνώστες του θεσσαλικού ζητήματος, τους Βρεταννούς προξένους (Charles Louis William) Merlin από την Αθήνα και (John Elijah) Blunt από την Θεσ/νίκη φθάνουν στο Λουτρό για την συνάντηση με τους εναπομείναντες επαναστατημένους Θεσσαλούς. Αν και θεωρούνται προσωπικότητες για τα Βρεταννικά συμφέροντα που υπηρετούν, δεν φημίζονται για τα φιλελληνικά αισθήματά τους. Ο μεν Μέρλιν, διευθυντής της Ιονικής Τραπέζης και παράλληλα πρόξενος επί σχεδόν μισό αιώνα, έχει φροντίσει μαζί με τον πατέρα τού Μπλαντ να σβήσει η προηγούμενη Θεσσαλική Επανάσταση του 1854 επί Όθωνος. Η εμπορική δραστηριότητά του τον κατατάσσει στην δεύτερη θέση των Βρεταννών αρχαιοκαπήλων ελληνο-ρωμαϊκών αρχαιοτήτων μετά τον λόρδο Έλγιν. Το ελληνικό δημόσιο φυσικά τον έχει ευχαριστήσει με την απόδοση του ονόματός του στην περιβόητη (για άλλους λόγους) οδό στο Κολωνάκι. Ο Μπλαντ δεν κρύβει τα αντι-Θεσσαλικά του αισθήματα επαναλαμβάνοντας στους ταλαίπωρους Θεσσαλούς: «…Καλά παθαίνετε και χειρότερα ακόμη θα πάθητε διότι επιθυμείτε την Ένωσιν…η ένωσις είναι αδύνατος…».
Φθάνουν στο Λουτρό και τους περιμένουν οι «Πετσωματάδες» οπλαρχηγοί στους γύρω λόφους. Σε αυτούς έχουν προστεθεί περί τους 200 στρατολογημένους πρόσφυγες χωρικοί, ντυμένοι και οπλισμένοι σε σκηνοθεσία Χρυσοχόου και με έξοδα της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Μπλαντ απευθύνεται στα ελληνικά προς τους συγκεντρωμένους, υπόσχεται την ευνοϊκή ρύθμιση του Θεσσαλικού ζητήματος από το Συνέδριο του Βερολίνου εφ΄όσον καταθέσουν τα όπλα. Με την μεσολάβηση του Αρχηγού Ισχομάχου πείθονται και τα εθελοντικά σώματα. Με την πράξη αυτή τελείωσε η Θεσσαλική Επανάσταση.
Μια Επανάσταση που, όπως συμβαίνει πάντοτε, δεν αγκαλιάστηκε από τους βολεμένους και καλοζωισμένους. «Ελεεινή τραγικωμωδία» αποκαλεί την αιματοβαμμένη Θεσσαλική επανάσταση η εφημερίδα της Λαμίας ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ εκφράζοντας τα αντιπολιτευτικά φερέφωνα του Κουμουνδούρου. Και ο Φιλάρετος επιβεβαιώνει ότι «…η κατά των επαναστατών αντίδρασις ήτο ισχυροτέρα εκ Λαμίας και εξ Αθηνών της επιθέσεως εκ Καρδίτσης και Κωνσταντινουπόλεως».
Όμως, το Λουτρό εισήλθε σε αιώνια δόξα και διεκδίκησε πανάξια την θέση του στις δέλτους της Ιστορίας χάρις στην επιλογή του Ισχόμαχου. Εννοείται πως εμφανίστηκε για πρώτη φορά και στον πρώτο επίσημο χάρτη της Θεσσαλίας του 1881 δια χειρός Χρυσοχόου, έστω και με μοιραίο τυπογραφικό λάθος. Η αναφορά του Μιλτ.Σεϊζάνη είναι καθηλωτική ακόμη και στην λόγια γλώσσα της εποχής:
«…διότι οι Blunt και Merlin, ως αντιπρόσωποι της ελληνικής κυβερνήσεως, δεν μετέβησαν εις τα αιθούσας των εν Αθήναις μεγάρων, ίνα υποσχεθώσιν εγγράφως ό,τι ελάχιστον υπέρ των ελληνικών συμφερόντων, αλλ’ εις τους δρυμώνας των Κελερίων και του Λουτρού, όπου, ούτε εξόχους πολιτικούς απήντησαν, ούτε μεγάλα ονόματα αγνώστου μεν στρατιωτικής αξίας, εν βαθμοίς δε και αξιώμασι έκλαμπρα και υπερέχοντα, αλλά τους αιμοσταγείς, τους πειναλέους και ανυπόδητους αντιπάλους των αλβανικών στιφών και οθωμανικών στρατευμάτων, υπενθυμίζοντας τοις υπό στέγην αδολεσχούσι και εν ασφαλεία μεμφομένοις των εθελοντών την ανικανότητα ή των δεδουλωμένων την αδιαφορία…»
Αυτοί οι «αιμοσταγείς, πειναλέοι και ανυπόδητοι» είναι που έφεραν μετά από τρία χρόνια διπλωματικών παλινωδιών την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Το Συνέδριο του Βερολίνου αποκατέστησε ήδη από το 1878 την οθωμανική διοίκηση στο μεγαλύτερο μέρος της Θράκης και της Μακεδονίας αντιστρέφοντας τα δυσμενή για τα ελληνικά συμφέροντα αποτελέσματα του Βουλγαρικού πανσλαβισμού. Υποσχέθηκε τις συνοριακές ρυθμίσεις στην Θεσσαλία μέσω απ’ευθείας διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας και την διαμεσολάβηση διεθνούς επιτροπής σε περίπτωση αποτυχίας. Έπρεπε όμως να επανέλθει στην αγγλική κυβέρνηση ο μεγάλος φιλέλληνας Γλάδστων για να προχωρήσει το θέμα και να υλοποιηθούν τα υπεσχημένα. Και να βρεθεί στην κυβέρνηση ο ευέλικτος, οξυδερκής και υπεύθυνος Κουμουνδούρος για να απελευθερωθεί η Θεσσαλία αναίμακτα το 1881, παρά τις αντιπολιτευτικές φιλοπολεμικές κορώνες και την καταβαράθρωσή του στις εκλογές. Έστω και χωρίς την επαρχία Ελασσώνας, οι περιοχές από την Άρτα μέχρι τον Βόλο, που περιλαμβάνονταν στις κοιλάδες του Πηνειού και του Καλαμά, αποδώθηκαν στην Ελλάδα μέσα από μια διαδικασία σταδιακής παράδοσης που κράτησε 5 μήνες. Παντού ο Ισχόμαχος γινόταν αποδεκτός με μεγάλες τιμές.
Στις πρώτες εκλογές τον Δεκέμβριο του 1881 εξελέγη παμψηφεί βουλευτής Λάρισας και Τρικουπικός αντιπρόεδρος της Βουλής. Η βουλευτική σταδιοδρομία του σημαδεύτηκε από τις πλημμύρες του 1883 και την άδολη συνεισφορά μέχρι και της βουλευτικής αποζημίωσής του προς κάθε κατατρεγμένο. Δεν είναι συμπτωματικό που τα συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από την Θεσσαλία την ημέρα του θανάτου του τον ανέφεραν επανειλημμένα ως «προστάτη τους». Επανεκλέγεται στις εκλογές του 1885, οι τοπικές εκλογές ακυρώνονται, στις επαναληπτικές δεν περιλαμβάνεται στους επιτυχόντες. Απογοήτευση, τον περιμένει όμως μια θέση στο Επιτελικό Γραφείο του Υπουργείου.
Εκτός από Επιτελάρχης αναλαμβάνει και Διευθυντής του Οπλοστασίου. Συνεργάζεται άμεσα με την Γαλλική αποστολή του στρατηγού Vosseur στην εκ βάθρων στρατιωτική αναδιοργάνωση, που υλοποιεί η κυβέρνηση Τρικούπη. Στο πρόσωπο του Ισχόμαχου, ο Γάλλος στρατηγός αναγνωρίζει τον «μελλοντικό αναδιοργανωτή του ελληνικού στρατού».
Ψυχολογικά προβλήματα λόγω υπερκόπωσης ή άλλων θεμάτων υγείας; Προσωπικά οικογενειακά δράματα; Οικονομικές δυσκολίες παρά τον βαθμό του Αντισυνταγμάταρχη και την θέση του Επιτελάρχη, όπως υποννοούν κάποιοι κακοθελητές; Δεν θα μάθουμε τους λόγους που όπλισαν το χέρι του, αφού οι δύο επιστολές, που άφησε προς την σύζυγό του Ιουλία και τον φίλο του Βούλτσο, δεν είδαν το φως της δημοσιότητας. Το μεσημέρι του Σαββάτου 28 Μαΐου 1888 αντί να επιστρέψουν στην εξοχική διαμονή τους στο Φάληρο για ανάρρωση, κλειδώνεται στο δωμάτιό του και αυτοκτονεί με το πολύκροτο περίστροφο με μια σφαίρα στην καρδιά. Την καρδιά, που τον ταλαιπωρούσε είτε λόγω κληρονομικότητας, είτε από συναισθηματική ευαισθησία. Τον βρίσκει η «κεραυνόπληκτη» σύζυγός του με το αίμα να ρέει «κρουνηδόν». — Τί μου έκαμες, Κώστα; — Λυπούμαι που δεν ετελείωσα αμέσως, η απάντηση προτού ξεψυχήσει εντός δεκαλέπτου.
Πρόκειται για την 89η αυτοκτονία εντός μόνον του μηνός Μαΐου του 1888 στην τότε μικρή Αθήνα. Μια «μόδα» της εποχής, που απασχολεί τον ημερήσιο τύπο. Στους αυτόχειρες, όπως ο λαοπρόβλητος αντιεξουσιαστής ποιητής Ραμπαγάς (Κλεάνθης Τρανταφύλλου από την Σίφνο), που αυτοκτονεί τον Μάϊο της επόμενης χρονιάς, η εκκλησία αρνείται εξόδιο ακολουθία, ακόμη και με πιστοποιητικό ψυχιάτρου. Για τον λαοφίλητο Ισχόμαχο επιφυλάσσεται μεγαλειώδης μεταθανάτια μεταχείριση.
Το πρωί της επομένης συρρέει στο σπίτι τους, Πατησίων και Καποδιστρίου, πλήθος κόσμου. Στην οικία φθάνει και ο Πρωθυπουργός Τρικούπης, υπουργοί, βουλευτές και πολλοί κρατικοί αξιωματούχοι. Το άλογο του ντυμένο στα μαύρα έξω από την πόρτα, ο εξώστης καλυμμένος με μαύρο ύφασμα. Τον νεκρό συνοδεύουν πεζή στην Μητρόπολη μαζί με το ιερατείο και 200 συνάδελφοι, τρεις λόχοι του Πυροβολικού υπό τον Συντ/χη Σμολένσκ και πλήθος αξιωματικών. Και πίσω από την νεκρική πομπή με την συνοδεία πένθιμης στρατιωτικής μπάντας συναθροίζεται λαοθάλασσα απλού κόσμου. Στην μητρόπολη μετά την εξόδιο ακολουθία απευθύνει αποχαιρετισμό ο φίλος του ταγματάρχης Αρ. Μάνεσης. Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αφεντούλης εναποθέτει ανθοδέσμες για λογαριασμό πολλών δήμων της Θεσσαλών προτού αναγκασθεί να αποσυρθεί από την συγκίνηση για τον αδόκητο χαμό. Με την ίδια συνοδεία, η ταφή γίνεται στο Α’ Νεκροταφείο, όπου ο πολιτικός αντίπαλος Δήμαρχος Αθηναίων Φιλήμων απευθύνει ύστατη προσλαλιά. Τα συλλυπητήρια τηλεγραφήματα και τα στεφάνια καταφθάνουν στο σπίτι του από όλες τις μεριές της Ελλάδος με προεξάρχουσα την Θεσσαλία, ακόμη και από ισραηλιτικές και μωαμεθανικές κοινότητες.
Αυτός ήταν ο Γενικός Αρχηγός της Θεσσαλικής Επανάστασης και αυτής της πάνδημης εκτίμησης ετύγχανε στο πανελλήνιο. Αυτόν τον μυστηρήρωα, που ακόμη και στον θάνατό του επέλεξε να διατηρήσει την μυστηριακή ταπεινοφροσύνη του, μαζευτήκαμε σήμερα εδώ στο Λουτρό για να τιμήσουμε για μια ακόμη χρονιά. Πιστεύω πως η Θεσσαλία εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να μην του αποδίδει τις πρέπουσες τιμές. Για παράδειγμα, η πόλη της Καρδίτσας, νομίζω, πως δεν του έχει αφιερώσει ακόμη έναν δρόμο σε αντίθεση με τα Τρίκαλα και την Λάρισα. Ίσως και εδώ στο Λουτρό μπορούν να γίνουν αρκετά ακόμη για να αναδειχθεί το μέγεθος της άδολης προσφοράς του. Ευχαριστώ τους Λουτριώτες και τον δήμο Σοφάδων για την τιμή που επιφύλαξαν σε μένα και την Σίφνο με την πρόσκλησή τους σε αυτή την εκδήλωση.
Νοιώθω πολύ τυχερός γιατί, την εβδομάδα που μόλις τελείωσε, μπόρεσα να εντοπίσω τον οικογενειακό τάφο του Ισχόμαχου στο Α’ Νεκροταφείο. Σε συνέχεια της κατάθεσης του στεφάνου που θα ακολουθήσει σήμερα εδώ εκ μέρους του πατριωτικού «Συνδέσμου Σιφνίων 1895», σκοπεύουμε να τελέσουμε τρισάγιο στην μνήμη του Ισχομάχου στον τάφο του στις 29 Μαΐου, ημέρα της κηδείας του και αποφράδα επέτειο του Ελληνισμού.
Αιωνία η μνήμη του ήρωα Κωνσταντίνου Ισχομάχου με ένα απόσπασμα στίχων του Αριστομένη Προβελέγγιου από το ποίημα «Η Μάννα Ελλάς ‘στον Ποιητή» (1881). Αναφέρονται στην απελευθέρωση της Θεσσαλίας:
Δεχθῆτε στάς ἀγκάλας σας θερμά τήν ἀδελφή σας·
δέν εἶναι δῶρο, ἀκριβά εἶναι ἀγορασμένη,
μέ αἷμα ποῦ δέ στέγνωσε ἀκόμη στήν πληγή σας,
μέ αἷμα, ποῦ θ’ ἀγόραζε ὅλη τήν οἰκουμένη·
© Αλκιβ. Ν. Λεμπέσης (alkislem@gmail.com)
Λουτρό Σοφάδων Καρδίτσης, 12 Μαΐου 2024